Κατάσταση απόλυτης σύγχυσης.
Συνώνυμα: μπέρδεμα, σύγχυση.
Έχω μπερδευτεί τελείως. Έπαθα κοκομπλόκο!
Κατάσταση απόλυτης σύγχυσης.
Συνώνυμα: μπέρδεμα, σύγχυση.
Έχω μπερδευτεί τελείως. Έπαθα κοκομπλόκο!
Βλέπε και μπακακάο.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
3 σχόλια
AN21
καθως και τσοκομπλόκο
poniroskylo
Πιθανώς - ιδιαίτερα στη μορφή τσοκομπλόκο - από την Αγγλική έκφραση chock-a-block που σημαίνει κάτι ασφυκτικά γεμάτο, μέχρι παραλύσεως π.χ. the traffic on the road was chock-a-block. Το chock από το ρήμα choke = πνίγομαι, ασφυκτιώ, το block έχει να κάνει με παλιούς ναυτικούς όρους για τους οποίους περισσότερα εδώ.
allivegp
Το ρ. to choke παραπέμπει και στη γνωστή μας πνιχτή.