Του ήρθε ταμπλάς:
1. Του ήρθε εντελώς ξαφνικά.
2. Δεν το περίμενε ποτέ του.
Λέγεται και τού 'ρθε ταμπλάς ή νταμπλάς.

  1. -Τον φουκαρά! Tου κατάσχεσαν το σπίτι, τού 'ρθε ταμπλάς!

  2. -Είδα τον Ηλία με την καλύτερη φίλη μου να φιλιούνται! Μου ήρθε ταμπλάς!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
κυνηγός ζώων

Από που βγαίνει το ταμπλάς δεν ξέρω

#2
patsis

Βλ. και μου 'ρθε νταμπλάς. Για ετυμολογία βλ. επίσης: στον Τριανταφυλλίδη:

ταμπλάς, ο & νταμπλάς, ο : α. (παρωχ.) συγκοπή, αποπληξία. β. αναπάντεχη μεγάλη στενοχώρια, συνήθ. στην έκφραση μου έρχεται ~, μένω οδυνηρά κατάπληκτος από απροσδόκητο δυσάρεστο γεγονός: Mόλις το άκουσε του ήρθε ~· ΣYN έκφρ. μου έρχεται κόλπος. [ντ-: τουρκ. damla -ς με ανάπτ. [b] ανάμεσα στο [m] και το [l] για διευκόλυνση της άρθρ.· τ-: αποηχηροπ. του αρχικού [d > t] αναλ. προς άλλες λ. με παρόμοια εναλλ.: τομάτα – ντομάτα]

#3
κυνηγός ζώων

Κοίτα να δεις βρε παιδάκι μου..
Τι μαθαίνει κανείς..
Το δικό μου και το μου 'ρθε νταμπλάς πρέπει να συγχωνευτούν και να γίνουν ένα.