Τζης, είναι εν συντομία ο οποιοσδήποτε τεχνίτης ή επαγγελματίας, η ιδιότητα του οποίου υπονοείται από τα συμφραζόμενα. Απλά το τζης είναι πιο γενικό, για να μην καθόμαστε και σκεφτόμαστε ακριβώς το όνομά του.

Πρόκειται προφανώς για το τελευταίο στοιχείο πολλών ονομασιών επαγγελμάτων (βοθρατζής, φορτηγατζής, μπακιρτζής, παγωτατζής, σουβλατζής).

Αν ενδιαφέρεστε για ετυμολογία, το -τζής είναι κατάληξη τουρκικής πρέλευσης -ci (bakirci, τεχνίτης χαλκού, pilafci έμπορος ρυζιού, kaplanci ταριχευτής).

  1. Μαν, θα σε πάω σε μια σουβλακερί να φάμε τσακ-μπαμ. Έχει ένα τζη (=σουβλατζή) που τυλίγει 1 πιτόγυρο το δευτερόλεπτο.

  2. - Πωπω σκουπιδαριό οι δρόμοι!
    - Ναι ρε, δεν άκουσες ότι οι τζήδες (=σκουπιδιάρηδες) έχουν πάλι απεργία;

  3. Αμάν, χάλια το σπίτι. Πρέπει να φωνάξουμε τους τζήδες (=υδραυλικούς, ηλεκτρολόγους, μαστόρους) να μας το κάνουν τζιτζί...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
Deliolanis

Vista μπετατζή...!

#2
iron

φίλτατε παπαρίων, το λήμμα σου μπήκε και στη σλανγκογραμματική.

#3
HODJAS

Smith δηλαδή. Γαμάτο, πολύ μου άρεσε! (5Χ2)

#4
Vrastaman

Πιάνω ραπ, το αναγραμμαντείο ε καλωστοσίζει στο σλανγκρρ

#5
poniroskylo

Σωστός.

Σε πολυσύλλαβες λέξεις αυτού του είδους έχει ακουστεί ενίοτε να ανεβαίνει και ο τόνος στην προπαραλήγουσα π.χ. ο φορτηγατζής γίνεται φορτήγατζης. Έτσι, για σκληρό.

#6
vikar

Δείτε και σχολιασμό στο βουλγαροεβραίοι.