Αναφέρεται στα γυναικεία στήθη.

Είχα πνιγεί στο βυζόκρεας.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
patsis

Η άσχημη, κατά τη γνώμη μου, αυτή λέξη δεν είναι ανύπαρκτη στο ίντερνετ απ' ό,τι πληροφορεί το google. Αντιγράφω δύο από τα, ομολογουμένως λίγα βέβαια, παραδείγματα που εντόπισα:

  1. Από εδώ:
    Η Ρέα κατέβασε αργά αργά το σουτιέν της και ξεχύθηκαν από μέσα δύο αφράτο όγκοι από πλούσιο νεανικό βυζόκρεας. Ο Πέτρος συνέχισε να μαλακίζεται συστηματικά καθώς τις είδε να ξεπροβάλλουν μπροστά στα μάτια του για πάρτι (σ.σ. sic) του και μόνο.

  2. Από εδώ:
    Πριν προλάβει ν' αντιδράσει ο Μπίλυ πλησίασε απ' τα πλάγια κι άρχισε να γλείφει λαίμαργα τις στητές και φουσκωτές βυζάρες της. Ταυτόχρονα τις χούφτωνε και προσπαθούσε να βάλει μέσα στο στόμα του όσο πιο πολύ βυζόκρεας μπορούσε.

  3. Το λέει και ο τσοντογιατρός εδώ.

Το ότι το λήμμα το βρήκα κυρίως σε πορνογραφία (;) ίσως είναι τυχαίο, ίσως όχι.