Καταλαβαίνω, παίρνω χαμπάρι, ανακαλύπτω.

- Να, οι αποδόσεις της επένδυσης ήταν πολύ καλές. Την ανθίστηκα τη δουλειά νωρίς και επένδυσα ό,τι είχα και δεν είχα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
jimakos

[I]'' Αυτά που λες εγω τ'ακούω βερεσέ τα παραμύθια σου τ'ανθίστηκα πια τώρα και το κατάλαβα πως ήμουνα για σε ο πασατέμπος σου για να περνά η ωρα....''[/I]

Μανώλης Χιώτης, Γιώργος Γιαννακόπουλος ''Ο πασατέμπος''

#2
soulto

Περιλαμβάνεται στην Λωποδυτική ανθολογία (για την αργκό το 1934).

Ανθίζεται = Μπαίνει στο νόημα.
Ανθίστηκαν = Μας πήραν είδησι.

Posted by sarant στο 28 Σεπτεμβρίου, 2016