Ελαφρύ χέρι ξύλο, κυρίως με σκοπό το συνετισμό.

Πέτρος: Η Ελευθερία πάλι σε κεράτωσε.
Παύλος: Μμμ,το θέλει το μπερντάκι της πάλι.

(Ο Πέτρος είναι ρουφ και ο Παύλος είναι συνειδητοποιημένος κερατάς)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
Vrastaman

Σωστός, αλλά υπάρχουν άλλοι 2 ορισμοί εδώ...

#2
assosmalakos

Τα οδοντικά κάναν τη φωνολογική ζημιά.Στην αναζήτηση έβαλα «μπερτ»,ενώ τα υπάρχοντα είναι «μπερντ».Και πραγματικά απόρησα,λέω είναι δυνατόν να μην υπάρχει αυτό;Ας πάρει λοιπόν το δρόμο που του αξίζει...

#3
iwn

θα συμφωνήσω πλήρως με τον ορισμό, ότι αφορά το «ψιλό χέρι» ξύλο.
Το «χοντρό χέρι» ειναι το σουλτάν μερεμέτι