Κυριολεκτικά σημαίνει χωρίς ναύλο, δηλαδή χωρίς εισιτήριο.

Στις μεταφορές ισχύει γενικότερα το ότι εάν η επιστροφή γίνει αμέσως μετά την άφιξη (για διάφορους ιδιωτικούς λόγους του επιβάτη), τότε αυτή γίνεται χωρίς υποχρέωση καταβολής αντίτιμου νέου εισιτηρίου (ναύλου), δηλαδή άναυλα.

Μεταφορικά σημαίνει ότι αναχωρήσαμε βιαστικά, άρον άρον, αμέσως, χωρίς να το διασκεδάσουμε καθόλου.

  1. Πήγαμε εκδρομή με το αυτοκίνητο στο βουνό, αλλά με το που φτάσαμε έπιασε μια δυνατή βροχή και επιστρέψαμε άναυλα.

  2. Παιδιά, θα πάμε επίσκεψη στη θεία στο χωριό, αλλά εάν δεν καθίσετε φρόνιμα θα επιστρέψουμε άναυλα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
rogerio aparecidos romeiro

ε ναι πας και κρυβεσαι μεσ το πλοιο και αντε να σε βρουνε μετα