Γενικός όρος για τους φορητούς ασυρμάτους με μικρή ή μέση εμβέλεια, το πολύ μερικών χιλιομέτρων. Τα ρακαλάκια έχουν συνήθως τρία με πέντε κανάλια που είναι αριθμημένα με απλούς αριθμούς (1, 2, 3 κλπ) και όχι ρυθμιστικό συχνότητας.

Καλύπτουν τις ανάγκες μοτοσυκλετιστών που κάνουν ταξίδι με δύο ή παραπάνω μηχανές, ορειβατών, εργαζομένων που κινούνται συνεχώς σε μεγάλους χώρους (αποθηκάριοι, σεκιούριτι κλπ). Τώρα πια έχουν μικρό μέγεθος χωρώντας ακόμα και σε τσέπη, παλαιότερα όμως ήταν ογκώδη και με μεγάλη κεραία. Γενικό χαρακτηριστικό των ασυρμάτων είναι η μονόδρομη επικοινωνία, στην ίδια συχνότητα δηλαδή μπορεί να ακούγεται μόνο ένας πομπός. Γι’ αυτό οι ασύρματοι έχουν κουμπί push to talk ή κάτι ανάλογο που ενεργοποιεί την εκπομπή μόνο όταν το πατήσουμε.

Η λέξη είναι ελληνοποίηση της επωνυμίας Racal, μιας βρετανικής εταιρείας που προμήθευε ασυρμάτους τον ελληνικό στρατό και τα σώματα ασφαλείας.

Πρβλ. και μοτορόλα.

  1. Από εδώ:

Φυσικά είχαμε τον σπορτ-μπιλη (DJMIKE) που είχε τα πάντα (έξτρα μπαταρίες για το ρακαλάκι μου, έξτρα ρακαλάκι για όταν τελείωσαν οι μπαταρίες,και φυσικά 3-4 ζευγάρια αλυσίδες για παν ενδεχόμενο :-D )

  1. Από εδώ:

εγώ που είμαι κοντά που θα σας περιμένω;(λόγω που είμαι σχετικά κοντά και θα έρθω από Άγρα Έδεσσα) να έρθω κατευθείαν η να περιμένω κάπου ενδιάμεσα;; (έχω και ρακαλάκι)...

  1. Από εδώ:

Θυμάμαι κυκλοφορούσαν κάτι κοστουμαρισμένοι τύποι που κρατούσαν κινητό που θύμιζε ρακαλάκι –σαν αυτά του στρατού- και τους κοροϊδεύαμε. Αυτοί βέβαια είχε ένα τουπέ τέτοιο, που νόμιζες ότι ήρθαν από το διάστημα, από έναν άλλον πολιτισμό, πιο προχωρημένο από τον δικό μας.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε