Δημιουργώ καθυστερήσεις, προσκόμματα, εμπόδια, αναβολές, ματαιώσεις, ακυρώσεις, αργό ρυθμό, επιβραδύνω, παρελκύω, αλλά και ευρύτερα υπεκφεύγω.

Από το τρένο, τραίνο, όπου ένα ελαττωματικό βαγόνι καθυστερεί, συμπαρασύρει όλα τα υπόλοιπα.

Κάπου στην Ελλάδα:
- Αυτός, άμα δεν πάρει το δωράκι του, θα μας τρενάρει ένα χρόνο μέχρι να υπογράψει.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
ΑΦΡΟΔΥΤΗ

την υπογραφή και κάτι αλλα πράγματα δεν τα βάζουν εκεί που ξέρουν ή δεν ξέρουν και ίσως και γιαυτό να τρενάρουν τα δωράκια στα αζήτητα. Αλλιώς μακριά από τον κ*(κόλπο;)... μας και ότι να΄ναι. Θα ΄λεγε κάποιος παίχτης του Θερμαϊκού.
Τι έγινε εκείνο το τρένο που έβλεπε;

#2
jesus

συμπληρωματικά βλ. κ εδώ το 1, αν κ νομίζω ότι ο ίων το καλύπτει πιο σωστά.

λέγεται με χαλαρά αντίστοιχο τρόπο κ στα γαλλικά, des affaires qui traînent (δουλειές που αργοπορούν), αλλά κ des indices qui traînent partout dans une formule (δείκτες που βρίσκονται παντού σε μια εξίσωση, για τον βίκαρ σπέσιαλ αυτό), des affaires qui traînent qq part (μπούμπιστρα που βρίσκονται κάπου καιρό κ σπάνε @@).

απ' το traîner, σέρνω κ.α.