Α. Προέρχεται απ’ το αργκοτικό αγγλικό dukes: γροθιές (επίσης, ο τίτλος ευγενείας «Δούκας» στον πληθυντικό).

Σημαίνει:

  1. Το μπουνίδι, το άγριο ξύλο, τις μπουκετιές.

  2. Όταν μιλάμε για άντρες:

    • αυτόν που είναι γερός και δυνατός, γεροδεμένος, χεροδύναμος και σωματαράς (κοινώς το γομάρι), με υψηλότατα επίπεδα τεστοστερόνης, τον νταή που έχει το ζωνάρι του λυμένο για καυγά, που δε μασάει και δεν αφήνει να του βγει κανένας από πάνω.
    • τον γορίλα, το μπιλντέρι, τον μποντιμπιλντερά, το μπρατσόνι, τον σφίχτερμαν, τον φουσκωτό, τον χτιστό / χτισμένο, δηλαδή κάποιον που καταφεύγει στο συνδυασμό body building–ντόπες για λόγους αυτοερωτικής επιδειξιμανίας ή και τραμπουκισμού. Προκαλεί φόβο – τρόμο, σε συμπλεγματικές γκόμενες αίσθημα ασφάλειας και σε …μερικούς λιγούρα για ξινά. Τα μπίο – ντούκια τον απεχθάνονται και τον θεωρούν (πολύ σωστά) μεταλλαγμένο με κάθε έννοια.
    • Σχετικό σφόλι: «φαρινάπ». Υπονοεί (στερεοτυπικά) μειωμένη ευφυΐα και κάποτε - κάποτε πώρωση και φανατίλα, ειδικά αν το ντούκι αποτελεί μέλος / οπαδό κάποιου είδους ομάδας / συμμορίας. Συναντάται ως σεκιουριτάς, πόρτα, νταβατζής παντός είδους και σε μέρη όπου ενδείκνυται μινιμαλιστική ένδυση, πχ πισίνες, παραλίες.
  3. Η έκφραση «είμαι ντούκι», όταν δεν συνάδει με τον υπεράνω φαινότυπο, σημαίνει πως από υγεία είμαι τετράγερος / τσιλίκι.

  4. Όταν μιλάμε για πράγματα (συνήθως μηχανοκίνητα -αλλά όλο και συχνότερα αναφέρεται και σε κάθε είδους ηλεκτρονικό εξοπλισμό κι όχι μόνο) σημαίνει πως είτε κάτι είναι πειραγμένο, είτε μοντιφαρισμένο, είτε ενισχυμένο με πρόσθετα, οπότε το μέγεθος ή η απόδοσή του να είναι εντυπωσιακή.

  5. Λέγεται και για πανέμορφες, σεξουάλες γυναίκες που ξυπνάνε το θηρίο μέσα μας.

Β. Από την φημισμένη φίρμα (και αγωνιστικών) μοτοσικλετών Ducati που κατοικοεδρεύει στην Bologna της Ιταλίας. Σημαίνει, χαϊδευτικά, μια μηχανάρα της συγκεκριμένης φίρμας.

Γ. «ντούκια», από το βενετσιάνικο ducia.

Σημαίνει:

  1. Στα ναυτικά σινάφια: σπείρες, κουλούρες σκοινιού ή συρματόσκοινου. Το «ντουκιάρω» σημαίνει: διπλώνω, μαζεύω, κουλουριάζω, τακτοποιώ (ώστε να μην μπερδεύονται), ασφαλίζω (για να μην λυθούν κατά λάθος) τα σχοινιά ώστε να ‘ναι έτοιμα για επόμενη χρήση. Επίσης, και σαν «ντουκάρω». Εμφανίζεται και σαν συνώνυμο του νετάρω, καθαρίζω, ξεθαμπώνω.

  2. Ο άρρωστος, ο κλινήρης (στα Κεφαλλονίτικα και τα Λευκαδίτικα).

  3. Ο ύπνος. Υπάρχει και το ντουκάρω : αποκοιμιέμαι (στα Κερκυραίϊκα).

Δ. Σύμφωνα με το Φουρνιώτικο Γλωσσάρι, η έκφραση «πιάνω ντούκια» σημαίνει φτάνω το βυθό της θάλασσας με βουτιά (ελεύθερη κατάδυση) και σαν απόδειξη, φέρνω πάνω μια χούφτα άμμο, φύκια ή κάποια πέτρα.

Ε. Στα λατομικά σινάφια: οι τρύπες μετά από διάτρηση σε νταμάρια.

Α.1.α. Δεν ξέρω τι λέτε, αλλά το άτομο του έδωσε και γαμώ το ντούκι!! Νοκ-ουτ κατευθείαν! (απ’ το δίχτυ)

1.β. – Ρε ‘συ; Κανά ντούκι πέφτει ή μόνο βρίζεστε; - Από πού λες ρε μαλάκα να κονόμησα τα ράμματα;
- Ε! πάρε κι από μένα το παράσημο της ανοιχτής παλάμης να μη στο χρωστάω.

Α.2.i. – Καλώς τ' αρχίδια μας τα δυο. Βρε αμάν!! Ποιος σου κατέβασε τη μάπα;
- Μου ‘στησαν χωσιά κάτω απ’ τη γέφυρα τα τσογλάνια που ντεμέκ τους χρωστάει το καρντάσι μου.
- Και την έβγαλες καθαρή μ’ όλα τα κόκαλα σωστά; Δεν πα να ξουριστείς λέω ‘γω;
- Στο παραπέντε για το θανατάδικο τη σκαπουλάρισα ρε μαλάκα! Να ‘ναι καλά δυο ντούκια που σκάσαν μύτη απ’ το πουθενά.
- Και καθάρισαν αυτοί για σένα;
- Ανοίξανε κεφάλια, φτύσαν δόντια.. γάμησέ τα, βγάζαν γούστα οι λεβέντες!! Χέστηκα μην έχουμε όλοι τίποτε τραβήγματα και ίσα που τους σταμάτησα πριν τους κάνουν γκράφιτι.
- Κέρασες τίποτα;
- Θεούς τους έκανα για κανά ξίδι αλλά είναι πολύ μπίο. Με Αμίτα τη βγάλαμε!!!

Α.2.ii. βλ 1ο μήδι (τα λόγια είναι περιττά)

Α.3. Ι. «…Κάναμε τα τσεκάπ μας και αφού ο καρδιολόγος μας είπε ότι είμαστε ντούκια, ντυθήκαμε κι επιστρέψαμε στο Κέντρο.…»

ΙΙ.«Δεν λαχανιάζω, είμαι ντούκι εγώ.»
(απ’ το δίχτυ)

Α.4.Ι.
«Τερατούργημα το ντούκι. Τι τα ταΐζετε ρε εκεί στον Παγασητικό;» (βλ. μήδι την ψαρούκλα)

ΙΙ. «Τα αργεντίνικα κρέατα είναι ντούκια, κάτι πρέπει να τα ταΐζουν» (για τις πελώριες φημισμένες αργεντίνικες μπριζόλες)
(απ’ το δίχτυ)

Α.5. Ι. Άσε ρε μαλάκα! Κόζαρα ένα μωρό και δεν πήρα χαμπάρι ότι οι μπροστινοί μου φρενάρανε... στον πόντο τη γλίτωσα την τράκα.
- Ρίξε περιγραφή.
- Ντούκι 20χρονο καστανό πρασινομάτικο, απ 'αυτά που κλείνουν σπίτια, εταιρείες, εκκλησίες, μοναστήρια. Έπρεπε να τρακάρω και να κατέβω να τη ζητήσω για γκαφέ σαν αποζημίωση για τη συμμετοχή της στο ατύχημα. (αγορασμένο και προσαρμοσμένο)

ΙΙ. «… ΥΓ: αυτή η δημοσιογράφος είναι ΝΤΟΥΚΙ!» (βλ. μήδι τη δημοσιογράφο(!!;;!!) Christina Pedroche) (αγορασμένο)

Β. «..Όμορφο και στριφτερό όπως όλα τα ντούκια, με άψογη οδηγική συμπεριφορά...» (Σχόλιο θαυμαστή του 4ου μηδιού)

Γ.1.β. «…Λουστραδόροι τεχνίτες θεωρούνται οι εργαζόμενοι που γνωρίζουν τα διάφορα βερνίκια, ξέρουν να χρησιμοποιούν πιστόλι, να ντουκάρουν και λουστράρουν ξύλινες επιφάνειες και παλιά ή καινούργια έπιπλα στα πλοία …»
(απ’ την κωδικοποίηση διατάξεων συλλογικών ρυθμίσεων των εργατοτεχνιτών που απασχολούνται σε ξυλουργικές εργασίες στη ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη)

Γ.1. Σπουδή Θαλάσσης (του Καββαδία)

Αγνάντευε απ' το κάσσαρο τη θάλασσα ο «Πυθέας»
κι όλο δεξιά και αριστερά σκουντούφλαγε βαριά.
Κι απάνω στο άρμπουρο, ο μουγγός, ο γιος της Δωροθέας,
είχε κιαλάρει δυο γυμνές γυναίκες στη στεριά. Τότε στην Πίντα κλέψαμε του Αζτέκου την κορνιόλα.
Τραγίσιο δέρμα το κορμί και μέσαθε πουρί.
Φορτίο ποντίκια και σκορπιοί τσιφάρι, στα πανιόλα.
Στο Πάλος κουβαλήσαμε το αγιάτρευτο σπυρί.

Και προσκυνώντας του μεγάλου Χάνου τ' αποκείνα
καβάλα στις μικρόσωμες Κινέζες στις πιρόγες,
-μετάξι ανάριο τρίχωμα, τριανταφυλλένιες ρώγες-
φέραμε κείνον τον κλεμμένο μπούσουλα απ' την Κίνα.

Δεμένα τα ποδάρια μας στου Πάπα τις γαλέρες
κουρσεύαμε του ωκεανού τα πόρτα ή τα μεσόγεια.
Σπέρναμε όπου περνούσαμε πανούκλα και χολέρα
μπερδεύοντας με το τρελό μας σπέρμα όλα τα σόγια.

Όπου γυναίκα, σε ναούς, καλύβα ή σε παλάτι,
σε κάσες με μπαχαρικά ή πίσω από βαρέλια,
μας καθαρίζαν τις παλιές πληγές από το αλάτι,
πότε ντυμένες στα χρυσά και πότε στα κουρέλια.

Απίκου πάντα οι άγκυρες και οι κάβοι πάντα ντούκια.(*)
Ορθοί πάντα κι αλύγιστοι στην ανεμορριπή,
μασώντας, σαν τα ζωντανά, μπανάνες και φουντούκια,
κατάβαθα πιστεύοντας: αμάρτημα η ντροπή.

Στα όρτσα να προλάβουμε. Τραβέρσο και προχώρα.
Να πάμε να ξοδέψουμε την τελευταία ριξιά
σε κείνη την απίθανη σ' όλο τον κόσμο χώρα
που τα κορίτσια το 'χουνε στα δίπλα ή και λοξά.

(*) εννοεί: τα σκοινιά πάντα τυλιγμένα σε κουλούρα, άρα όχι τεντωμένα, άρα το καράβι δεν είναι δεμένο σε λιμάνι, αλλά αρμενίζει.

Γ.2. - Πού ‘σαι τζόγια μου; - Ρεμεντιάρω τη νόνα που ‘ναι ντούκια απ’ το Σαββάτο.

Δ. - Πιάνεις ντούκια ρε, εδωνά;
- Σου φέρνω και μια γοργόνα.

Ε. «…Κατ’ εξαίρεση επιτρέπεται η όρυξη οριζόντιων ή παραοριζόντιων διατρημάτων (ντούκια) μόνο στις περιπτώσεις της αρχικής διαμόρφωσης των βαθμίδων, της εξόρυξης όγκων μαρμάρου με χρήση πυρίτιδας …».
(από τον κανονισμό μεταλλευτικών και λατομικών εργασιών)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
sstteffannoss

@vikar / @electron: Σας αφιερώνω το λήμμα γιατί παρείχατε το stimulus. Θα ήθελα να επιστήσω την προσοχή για τον ορισμό Α5. Στην τούρκικη αργκό fındıkçı (απ’ το fındık: φουντούκι –λες, electron, και το εν λόγω ντούκι;-) είναι η ζωηρούλα που παίζει το ματάκι της. Αν μπορεί ας επιβεβαιώσει ή αποκλείσει (το πιθανότερο) κάποιος τουρκολόγος.

#2
johnblack

Ψαγμένος ορισμός και πολύ καλή λεξικογραφική δουλειά. Κάποια χαζοκλισέ τύπου «αυτοερωτική επιδειξιμανία» θα μπορούσαν να λείπουν.

tip: there is no such thing as bio-ντούκι. Όλοι οι αξιοπρεπείς μπίλντερς έχουν φαρμακωθεί, άλλος περισσότερο, άλλος λιγότερο.

Υπάρχουν βέβαια ορισμένοι γραφικοί που επιμένουν να υποτιμούν τη νοημοσύνη μας λέγοντας πως είναι καθαροί ενώ κάνουν μπαμ απο χιλιόμετρα πως έχει πέσει τρελό βελάκι στον κώλο. Στην αρχή συφιλιαζόμουν με τέτοιους τύπους, έλεγα πώς είναι δυνατόν να μας νομίζουν τόσο ηλίθιους, αλλά πλέον δέχομαι τους ισχυρισμούς τους ως μέρος ενός ιδιότυπου παιχνιδιού: εγώ σε δουλεύω μες τα μούτρα σου κι εσύ είσαι αναγκασμένος να κάνεις πως με πιστεύεις, πολύ απλά διότι δεν είσαι σε θέση να αποδείξεις (π.χ. με ιατρικές εξετάσεις) οτι τα πράγματα δεν είναι έτσι όπως τα λέω. Οι φαρμακωμένοι μπίλντερς φυσικά και δεν είναι οι μόνοι που μας κοροϊδεύουν μπρος στα μούτρα μας και τους οποίους εμείς, παρόλο που καταλαβαίνουμε τη φόλα, συνεχίζουμε τρόπον τινά να τους πιστεύουμε - ή να κάνουμε πως τους πιστεύουμε, κάτι που στην τελική είναι το ίδιο πράγμα. Βλέπε Γιωργάκη Παπανδρέου και «λεφτά υπάρχουν». Ένα είδος διπλής αλήθειας, τύπου Όργουελ, στην οποία εκπαιδεύεις τη σκέψη σου. Πιστεύεις κάτι και συγχρόνως, σε ένα άλλο επίπεδο, το απορρίπτεις ως ψευδές. Παράλογο; Μπορεί.

Τεσπά, θα μπορούσα να συνεχίζω επ' άπειρον αλλά ας μην επιβαρύνω άλλο το σάη.

#3
betatzis

Μπράβο.

Θυμίζει και το ντουκιάνι, τουρκική λέξη για το καφενείο, αλλά βέβαια δεν έχει καμία σχέση.

Βλέπε χρήση της λέξης σε σχόλιο χαλικούτη στο μπαμπατζάνικο

#4
iron

Γαμώ, μπράβοσ'!

(Θέλω και γω δύο πεντάρια για το μισάωρο που μου πήρε το μόντουλινγκ, ε; Και πάλι θέλει, αχχχχ με αυτά τα ΑΒΓ123αβγiiiiII)

#5
electron

σας μερσώ δια την αφιέρωση

#6
deinosavros

Στέφανε καλά τα λές, findikci kiz είναι η τσαπερδόνα που κάνει παιχνίδι.
Στη β' στροφή του ποιήματος του Καββαδία νομίζω οτι το κόμμα πρέπει να μπει μετά τη λέξη σκορπιοί. Τσιφάρι αν δεν κάνω λάθος είναι αραβικής αρχής λέξη και σημαίνει αντλία (για απάντληση εισερχομένων υδάτων εν προκειμένω, εφόσον πανιόλο είναι το κάτω μέρος του σκάφους).

#7
sstteffannoss

Αγαπητέ deinosavros δεν διαφωνώ. Παντού όπου είδα όμως (κοίτα εδώ κι εδώ κι εδώ) το κόμμα το βρήκα μετά το τσιφάρι. Όντως προβληματίζει.
Η πλάκα είναι πως και εδώ όπου απαγγέλεται το ποίημα, το κόμμα προφέρεται μετά το «τσιφάρι».

#8
deinosavros

Στεφ, ευχαριστώ, δεν είχα δει το τζιφάρι, και νομίζω οτι λύνει το ζήτημα, το κόμμα πρέπει να πάει μετά. Προφανώς ή ξέφυγε από τους επιμελητές ή δεν ήξεραν τη δουλειά τους. Δλδ, με δεδομένη την ερμηνεία της λέξης τσιφάρι δεν βγάζει νόημα η φράση «ποντικια και σκορπιοί τσιφάρι», ενώ αντιθέτως «τσιφάρι στα πανιόλα».....Η απαγγελία δεν με καλύπτει γιατί ο απαγγέλων προφανώς είχε στο χέρι του το κείμενο όπως το παραθέτεις. Την ερμηνεία για το τσιφάρι τη βρήκα σ' ένα μικρό βιβλιαράκι της ΑΓΡΑΣ, «Γλωσσάρι στο έργο του Ν. Καββαδία».

#9
deinosavros

Στην πρώτη πρόταση εννοούσα προφανώς να πάει μετά το «σκορπιοί».

#10
iron

μπράβο ξανά σσττφφνν για το λήμμα, το αναζήτησα μετά από καιρό και θαύμασα πόσο ντούκι είναι το λήμμα από μόνο του...

#11
soulto

Παιδιά έχω δει το κορυφαίο, ένας τυπάς ντούκι, πιαστηκε απο δύο ομπρέλες και άρχισε τις έλξεις πάνω κάτω.....
Ητανε μαυρισμένος μέχρι αηδίας, με σώμα ντουκικο, με μαγιό τις μαλακιες που καλύπτουνε λίγο και διαγράφουνε την μαλαπέρδα σου, και δεν έκανε μπάνιο εκεί.
Απλά πέρασε, στάθηκε, βάρεσε καμια 20αριά έλξεις, και έφυγε!!!

εδώ