Επίσημη ερμηνεία: σούπα ψαρικών (από Γαλλία ή κάτι τέτοιο, τέσπα, δε βαριέσαι...)

Όπως και πολλά άλλα βρώσιμα (χαλβάς, μάπα, αγγούρω - ή, κατά προτίμηση, ''μωρή αγγούρω'' - κλπ, κλπ), ο όρος χρησιμοποιείται σε περιπτώσεις διενέξεων, όταν όμως δεν υπάρχει σαφής πρόθεση προσβολής της δημοσίας αιδούς μέσω εκχυδαϊσμού. Κοινώς, σε λάιτ καβγάδες.

- Μανδάμ το ''STOP'' δεν το είδες; Αμ, έτσι μάθατε, πιάσατε ένα τιμόνι κι όποιον πάρει ο Χάρος!

- Κύριε σας παρακαλώ, να μιλάτε καλύτερα. Συγχύστηκα, θα καταρρεύσω!

- Βρε άει τράβα να πλύνεις κάνα πιάτο!

- Να πας εσύ! ΦΙΟΓΚΕ!

- ΠΟΙΟΝ ΕΙΠΕΣ ΦΙΟΓΚΟ ΜΩΡΗ ΜΠΟΥΓΙΑΜΠΕΣΑ;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία