Ο φαντάρος (συνήθως νέος) που τον χώνουν διαρκώς για αγγαρείες.
- Έχω καταντήσει αγγαρειομάχος στη μονάδα. Τη μια μαγειρεία, την άλλη τουαλέτες, δεν αντέχω άλλο!
Ο φαντάρος (συνήθως νέος) που τον χώνουν διαρκώς για αγγαρείες.
- Έχω καταντήσει αγγαρειομάχος στη μονάδα. Τη μια μαγειρεία, την άλλη τουαλέτες, δεν αντέχω άλλο!
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία
1 σχόλιο
Paparas
επίσης αγγαρειομάχος είναι και ο γιωτάς