Με τον όρο «μπατίνι» κάποιος εννοεί το ξύλο που ρίχνει ή τρώει.
Επίσης είναι συνώνυμο με τα στειλιάρι ή φάπα / καρπαζιά.
Ρε έπεσε μπατίνι χτες έξω από το γήπεδο.
Πάψε, θα φας μπατίνι!
Με τον όρο «μπατίνι» κάποιος εννοεί το ξύλο που ρίχνει ή τρώει.
Επίσης είναι συνώνυμο με τα στειλιάρι ή φάπα / καρπαζιά.
Ρε έπεσε μπατίνι χτες έξω από το γήπεδο.
Πάψε, θα φας μπατίνι!
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία
4 σχόλια
iron
Καλώστονα και καλές καταχωρίσεις! (υπομονή λίγες μέρες μέχρι να ξεδιακοπέψει ο Βράσταμαν και να σε αναγραμματίσει και σένα)
Τοπικός ιδιωματισμός πόθεν;
salina
άσχετο
μου θυμίζει το μπατίρη που τρώει, πίνει, δεν πληρώνει και στο τέλος, τρώει ξύλο
άσχετο, το είπα, δεν το είπα, το λέω, άσχετο
george13gr
τοπικός ιδιωματισμός εκ ρούμελης
GATZMAN
Κομπιουτερικά αποτελεί τη σύζευξη των format : «bat» & «ini»