Η λέξη προέρχεται εκ του αγγλικού «Oh my god», έκφραση που στα ελληνικά σημαίνει «Ω θεέ μου».

Χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει κανείς άτομα τα οποία ρέπουν σε συχνή χρήση της προαναφερθείσας φράσης στην αγγλικής της μορφή έναντι της ελληνικής. Τέτοια άτομα απαντώνται σε μεγάλες συγκεντρώσεις σε σημεία παροχής υπηρεσιών διαδικτύου (internet cafe ρε αδελφέ!), όπου και καθημερινά σπαταλούν ώρες ολόκληρες μπροστά από μία οθόνη φωνάζοντας στον διπλανό τους γιατί feedαρε τον αντίπαλο στο DOTΑ ή καθαρά λόγω δέους απέναντι στην υπεροχή του εικονικού αντιπάλου λόγω εμπειρίας ή/και του προαναφερθέντος feedαρίσματος.

- Πήγα χτες σε ένα internet cafe για να κάνω κάτι δουλειές, και ήταν τίγκα στους ομιτζίμιτζίδες. Μου πήραν τα αυτιά. Ήταν και μεγάλος noob αυτός ο σκορπιός ρε φίλε... Ούτε ένα stun δεν πέτυχε.

βλ. και ομιτζής, ομιτζί και τρία λολ, ομιτζίθρα! / ομυτζήθρα!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία