Ως αργκό: μ' ενοχλείς, με διακόπτεις, μου σκοτίζεις τον έρωτα.

Ως κοινή φράση: με ειδοποιείς.

  1. (ως αργκό) Έχω δουλειάν και σου φακκάς μου για το πότε θα βγούμε.

  2. (ως κοινή φράση) Έλα με τ' αμάξι και φακκάς μου να κατέβω.

  3. (πιο μοντέρνο) Όταν είσαι έτοιμος, φακκάς μου μιαν αναπάντητη.

Δες και εν φακκώ πενιά.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
aias.ath

Φακκάω, -ῶ στὴν Κυπριακὴν σημαίνει κτυπῶ. Παραδείγματα: <<Φακκᾶς μου στὰ νεῦρα>>, <<Ἐφάκουν ντου τὴν μπόρταν, ἀλλ´ ἐtchοιμάτον>>.

#2
Γιώργος Ζάκκης

Ορθώς φίλτατε Αία! A propo, ας απαγγείλω ένα σχετικόν ποίημαν!

«Εβούλησα μίαν κόχλα,
φακά απά στα τέλια, ντζαι ο βίλλος μου shτο shιshτο σου
χορεύειν τshιφτετέλια!»

Αμετάφραστον, προορίζεται δια τους γιγνώσκοντας την Κυπριακήν, άλλωστε...!

#3
Galadriel

Η κόχλα τι είναι πάλι;

#4
Γιώργος Ζάκκης

Η κόχλαν πενιά εστί, κυπριανιστί. Ήτοι, κτύπημα εις τας χορδάς μουσικού οργάνου. Shistο δε, το μνι εστί.