Το λήμμα μπιρ μπαρά οδηγεί στο λήμμα μπιρ παρά (για το οποίο έχει καταχωριστεί άλλος ένας ορισμός).

Κοψοχρονιά. Τζάμπα πράμα. Έναντι ευτελούς τιμήματος.

Δίνω κάτι μπιρ παρά (bir para) σημαίνει το ξεπουλάω όσο-όσο. Bir στα τούρκικα σημαίνει ένα, ενώ para είναι ο παράς, δηλαδή μια νομισματική μονάδα.

Όχι στο ξεπούλημα του Σισέ μπιρ παρά.

Αλλιώς και μπιρ-μπαρά.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
patsis

#2
MXΣ

Μετάφρασις εἰς τήν Ἑλληνικήν : «για πενταροδεκάρες»

#3
patsis

Ωχ, σόρυ, το κοψοχρονιά ήταν πρώτη-πρώτη λέξη, έβλεπα τα links στο λήμμα μπιρ-μπαρά και παρασύρθηκα.

#4
iron

βλ. και εδώ για το θέμα.