Ψακί-μουνί: η γυναίκα - κοπέλα που δεν κάνει χρήση του ξυραφιού στο συγκεκριμένο σημείο ή έχει να κάνει μπάνιο από το Πάσχα. Συνήθως χρησιμοποιείται για κοπέλες πού έχουν κάνει το σεξ καθημερινότητα... και όχι με τον ίδιο άντρα!

  1. Πω ρε φίλε χτες γάμησα μία ψακομούνα, τρία προφυλακτικά έβαλα.

  2. Μέσα σε μπαρ-κλάμπ (αντροπαρέα)
    - Ρε φιλέ ωραία γκόμενα αυτή.
    - Άσε ρε μαλάκα, αυτή είναι ψακομούνα, έχει πάρει όλη την περιοχή.

βλ. και παρτόλα

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
gaidouragathos

ψακομούνα, παρταλομούνα...πως θ΄ ακούγονται αυτά σε μια εποχή μελλοντική...λιγότερο φαλλοκρατική απ΄τη δική μας; Εξαθλίωση από το σεξ (;), παρτούζα, το σεξ καθημερινοτητα κ όχι με τον ίδιο αντρα...νομίζω το χειρότερο ειν' εκείνο με το μπάνιο καθε πάσχα...

#2
PUNKELISD

#3
iron

Οι Βερσαλίες πρέπει να ήταν τίγκα στις ψακομούνες δηλαδή.

#4
iron

να πω και για τα τρία προφυλακτικά το σεξιστικό μου: αν πας να γαμηθείς με καναν ψακοψώλη (λέμε τώρα) σιγά μη βάλει αυτός 3 προφυλακτικά.

#5
iron

Η λέξη μου αρέσει, να μην αδικούμε τον συγγραφεύ.

#6
iron

α και το ψακί δεν τόχουμε, τι είναι;

#7
Galadriel

:P

#8
iron

οκ, ναι, γκμχμ, το λίνκαρα, νταξ, θξ. Ου γαρ.

#9
pargas

οταν πρωτο ακουσα αυτη τη λέξη την ειπε ενας που δεν λεει καλα το Σ και το λεει Θ, οποτε και το Πθακομούνα καλο ειναι