Eπαγγελματική αργκό εργοδοτών (συνήθως εργολάβων ή τσιφλικάδων), σε χρήση τουλάχιστον τον 19ο/αρχές 20ου αιώνα, και, αν δε σφάλλω, περισσότερο στην Ήπειρο.

Αφορούσε το καθεστώς σιτηρεσίου για τους εργάτες. Σύψωμος λεγόταν ο εργάτης ο οποίος έφερνε στη δουλειά και το φαγητό του ιδίοις εξόδοις, ενώ ταϊστός εκείνος στον οποίον, πέραν της (όποιας) αμοιβής, το αφεντικό παρείχε και τα αντίστοιχα γεύματα.

Εννοείται ότι ο σύψωμος αμειβόταν με περισσότερα μετρητά από τον ταϊστό. Τώρα, τι σόι προκοπή κάνανε κι οι δυο τους, θα σας γελάσω και δεν είναι στον χαρακτήρα μου...

Πηγή: Κάποιο παμπάλαιο τεύχος του περιοδικού «Ιστορία». Δυστυχώς δεν μπόρεσα να το ξαναβρώ για να δω μπας κι είχε καμιά πληροφορία παραπάνω, οπότε θα βολευτείτε με αυτά που παραθέτω από μνήμης και με πάσα επιφύλαξη.

Κυρ-Γιάννη, πώς τους έχεις τους εργάτες, σύψωμους ή ταϊστούς ;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
allivegp

Δημήτριος Σύψωμος ήταν το πραγματικό όνομα του λογοτέχνη Λάμπρου Προφύρα.

#2
deinosavros

Μόλις μάθαμε λοιπόν κάτι για τις επαγγελματικές συνήθειες του πατέρα του....θξ :-)

#3
deinosavros

Κύριε διορθωτά, εκείνο το φρικαλέο «αμοιβόταν», κάν' το με -ει- παρακαλώ.

#4
sstteffannoss

...Η δουλειά αυτή είναι πολύ κοπιαστική και μάλιστα στα πιο παλιά χρόνια, όταν οι εργάτες δούλευαν «από ήλιο ως ήλιο» δηλ. από την ανατολή ως τη δύση του ήλιου. Γι αυτό είχε από τότε καθιερωθεί ειδική τονωτική διατροφή των σκαφιάδων εργατών. Η διατροφή αυτή άρχιζε με πρωινό μαγερεμένο φαγητό και μπόλικο κρασί, ακολουθούσε γύρω στις εννιά η ώρα το καφαλτί (κολατσό) με πρόχειρο φαγητό και κρασί κι ύστερα το μεσημέρι, άλλο μαγερεμένο φαγητό, που το μετάφεραν στο αμπέλι με μπόλικο πάλι κρασί, που το έβαζαν σε μεγάλους τσούκους (σφαιρικές μεγάλες κολοκύθες με μακρύ λαιμό). Το απόγευμα ακολουθούσε τρίτο μαγερεμένο φαγητό η λεγόμενη μαρέντα με μπόλικο επίσης κρασί και η διατροφή αυτή τέλ·ειωνε με το βραδυνό δείπνο με νέο μαγερεμένο φαγητό κι άλλο μπόλικο κρασί. Κρασί προσφερόταν ακόμη κατά τη διάρκεια της ημέρας στα ενδιάμεσα των γευμάτων από ειδικό κεραστή πάνω στην αποσκαφή, στο σημείο δηλ. που σκαφτούνε οι εργάτες τη στιγμή του κεράσματος. Αυτή ήταν η διατροφή του ταίστικού αμπελοσκαφτιά εργάτη, που εφαρμοζόταν κατά κανόνα στα παλιά χρόνια, γιατί αργότερα εκτός του ταϊστικού δημιουργήθηκε και ο λεγόμενος σύψωμος εργάτης, αυτός δηλ. που αναλαμβάνει εξ ιδίων τη διατροφή του μετά από συμφωνία με το αφεντικό (ιδιοκτήτη),κατόπιν αποδοχής των σχετικών όρων εργασίας του αφεντικού ιδιοκτήτη. Επικρατούσε ακόμη παλιά η συνήθεια και το αφεντικό μετά το δείπνο ετράταιρνε (προσέφερε) στους ταϊστικούς εργάτες και καφέ στο καφενείο του χωριού. ...

Από εδώ.

#5
deinosavros

Ωραίος ! Και, παρεμπίπταμπλυ, καφαλτί < τουρκ. kahvalti = πρόγευμα, πρωινό, κολατσιό.

#6
HODJAS

Μιλάμε για, καιγαμώ!

#7
Mr. Cadmus

#8
deinosavros

Έβαλε αλλού τριόργητο και μαλακό χωράφι / εκτεταμένον, κάρπιμο και μέσα ζευγολάτες / πολλοί με τα ζευγάρια τους το εσχίζαν άνω κάτω. / Και όταν γυρίζαν κι έφταναν στου χωραφιού την άκρην, / άνθρωπος τους επρόσφερνε ποτήρι όλο γεμάτο / γλυκό κρασί, κι εγύριζαν στες αυλακιές εκείνοι / πρόθυμοι του μεγάλου αγρού να φθάσουν εις την άκρην.

Ιλιάδα Σ 540-546 (μτφρ. Ιακ. Πολυλά).

#9
soulto

Τι αγαλλίαση! Μπράβο που το έβαλες.