Η λέξη προέρχεται από το βούρλο (είδος φυτού από το οποίο κατασκευάζονταν διάφορα σκεύη). Κατ' επέκταση χρησιμοποιείται και στις περιπτώσεις που συνδέουμε / περνάμε με κλωστή ένα αντικείμενο.

Στα μεσσηνιακά όμως, χρησιμοποιείται και για να υποδηλώσει βιασύνη να ολοκληρώσουμε μια πράξη όπως-όπως, τάκα-τάκα, έστω και ανορθόδοξα, χωρίς να μας νοιάζει η ποιότητα του αποτελέσματος ή ο τρόπος με τον οποίο φτάσαμε σε αυτό.

1ο παράδειγμα
- Ρε γιώρ, τα ρούχα σου είναι όλα στον καναπέ παρατημένα χύμα, θα μπει κανάς άνθρωπος σπίτι και θα μας παρεξηγήσει
- (.... χτυπάει το κουδούνι η θεία από τον 1ο όροφο)
- Γρήγορα να μαζέψουμε τα ρούχα, ήρθε η θεία!
- Οκ θα τα διπλώσω και θα τα βάλω στη ντουλάπα.
... αρχίζει να τα διπλώνει ένα ένα αργά αργά και τα βάζει στη ντουλάπα...
- Ρε μπούρλιασέ τα μέσα και έλα να ανοίξουμε στη θεία που περιμένει!

2ο παράδειγμα
- Πρέπει να παραδώσουμε τον κώδικα στο πελάτη σήμερα, εκκρεμεί όμως το social media integration. - Εψαξες στο ιντερνετ να βρεις κανα παραδειγμα;
- Βρήκα ένα καλό παράδειγμα κώδικα, αλλά θέλω να διαβάσω τι κάνει πριν τον βάλω
- Ρε μπούρλιασέ τον μέσα να τελειώνουμε να πάμε σπίτια μας

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
vasan

Οι καλλιεργητές καπνού, μετά τη συλλογή του καπνού και τη μεταφορά του στο σπίτι ή την αποθήκη ξεκινούν το μπούρλιασμα, μια από τις διαδικασίες στην επεξεργασία του καπνού. Εδώ.