Το επίθημα -άδικο πάντα κείτουνταν στο μεταίχμιο του δόκιμου (βενζινάδικο, επιπλάδικο) και τση αργκούς (σκυλάδικο, κωλάδικο). Η χρήση του ως γαμοσλανγκοτετοιο διευρύνθηκε στα ογδόνταζ (φαστφουντάδικο, βιντεοκασετάδικο) και ξέφυγε στα ενενήνταζ με νεόκοπες για την εποχή έννοιες όπως πρωινάδικο και μεσημεράδικο.
Τότενες ξεκίνησε και η εκνευριστική τάση μαγαζιών να υιοθετούν ονομασίες που το εμπεριείχαν, με πρώτο το Βαρελάδικο στον Πειραιά (του οφείλουμε και την έννοια του ελληνικάδικου / ελληνάδικου). Τελικά το γαμήσαμε και ψόφησε· κυριολεκτικά μάλιστα, αν αναλογιστούμε ότι θανατάδικο φέρει την μπράντα «Το Συγχωράδικο».
Το σλανγκρρ γέμει σχετικών λημμάτων που εξακολουθούν να ξεπετάγονται σαν πούτσες σε εαρινό αρχιδόκαμπο. Βουαλά κι ένα σχετικό κατεβατό:
1. Φαγάδικα κ.ά. μαγαζάδικα (ενίοτε δηθενάδικα)
- Βιντατζάδικο
- Βιντεοκασετάδικο
- Κομπολογάδικο
- Κυριλάδικο
- Κωλοπιαστράδικο
- Μεζεδ...άδικο
- Μπιλιαρδάδικο
- Ντελιβεράδικο
- Ντιβιντάδικο
- Ξεφραγκάδικο
- Ουζάδικο
- Ουφάδικο
- Ρακομελάδικο "Το Χασμωδείον"
- Τιρουμτζάδικο
- Φαστφουντάδικο
2. (Ξε)νυχτάδικα, ελληνάδικα κ.ά. μουσικάδικα (λαϊβάδικα τε και πεθαμενάδικα)
- Βαρελάδικο
- Γαβγάδικο
- Ναμαγαπάδικο
- Ορθάδικο
- Ρεμπετάδικο
- Ροκάδικο
- Σκυλάδικο
- Πιατάδικο
- Χοροπηδάδικο
- Ξεφτιλάδικο
3. Μουνάδικα, κωλάδικα κ.ά. γαμάδικα
- Βιζιτάδικο
- Καποτάδικο
- Κοιταχτάδικο
- Μπριζολάδικο
- Παρτουζάδικο
- Πεναλτάδικο
- Πουτανάδικο
- Σωληνάδικο
- Τσιμπουκάδικο
- Τσοντάδικο
4. Καλτάδικα, καμενάδικα και ταλιμπανάδικα
- Γηράδικο
- Κατεβασάδικο
- Μασελάδικο
- Λεσβιάδικο
- Μπιφτεκάδικο
- Μπομπάδικο
- Πουστράδικο
- Προκαταρκτικάδικο
- Τελειωμενάδικο
- Ρουνάδικο
- Σιδεράδικο
- Στουρναράδικο
- Στρεϊτάδικος
- Τρολάδικο
- Και πάει λέγοντας...
Κλείνοντας, πεοτείνω ότι κάθε λήμμαν αυτής της συνομοταξίας υποκρύπτει μεγάλο άδικο.
1.
Ήταν η εποχή που η πόλη αλλά και το Πανελλήνιον είχε γεμίσει μαγαζιά με την... πρωτότυπη κατάληξη «-άδικο»
2.
Έχουμε ανοίξει και λειτουργούμε στην οδό Μεσογείων 33-37, Αμπελόκηποι, Αθήνα γραφείο τελετών TΟ «ΣΥΓΧΩΡΑΔΙΚΟ»>> , το οποίο εκτελεί τελετές κηδειών, μνημόσυνων, στολισμούς, αποστολή στεφάνων, ως επίσης...
3.
Ο ένας τσαγάκι, η άλλη ουίσκι.Αυτός κουράζεται, εκείνη δεν πάει στα βαρελάδικα ; Στά ξενυχτάδικα ; Λατιν, έξαλλο ρόκ ή ντίσκο αυτή, αυτός όμως ...τί ;
10 σχόλια
iron
εσωρουχάδικο
στριπτιζάδικο
παιχνιδάδικο
εμμμμ θα μούρθουν κι άλλα
να πούμε κι ότι ο ιδιοκτήτης τους (ή γουατέβερ) είναι ο -άς (εσωρουχάς, φαστφουντάς, κλπκλπ)
παρόλο που υπάρχουν κι άλλοι -άδες (σαϊτάς ας πούμε)
σφυρίζων
Δενεχεισάδικο.
deinosavros
Δεν 'ναι χυσάδικο; Κι ήντα διάολο είναι, διάλε τα πάσπάρά του;
σφυρίζων
Χωρίς στριπτιζάδικο (αν είναι δυναμόν να μου διέφυγε) εν εν χυσάδικο...
vikar
Σωστός ο σφυρίχτρας! (και ένα πλήν στο πρόχειρο...)
Το συστατικό το έχει και ο Μπάμπης, το έχει και ο Τριαντά, αλλα πάντα μύριζε κάτι σε αργκό.
Το δέ «Συγχωράδικο», ασυγχώρητο ρε π'στ...
Khan
σπιτάδικο : Το μαγαζί με είδη σπιτιού, που ενίοτε φέρει ολόκληρα πλήρως επιπλωμένα σπίτια εντός του.
Khan
μπατεσκυλαλεστάδικο : Το μαγαζί όπου δεν τρώει κανείς πόρτα.
Khan
soulto
soulto