Η ίγκλα είναι φαρδύς δερμάτινος ιμάντας (λουρί) με τον οποίον δένουμε γύρω από την κοιλιά του υποζυγίου (γομαριού) το σαμάρι για να το στερεώσουμε.

Ξεΐγκλωτος, δηλαδή χωρίς ίγκλα, είναι μεταφορικά ένα άτομο που είναι ατημέλητο ή είναι γενικά χωρίς συγκρότηση.

- Μπορούμε να βασιστούμε σε αυτόν;
- Δεν ξέρω, μου φαίνεται λίγο ξεΐγκλωτος.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
Khan

Βλ. και ξεΐγκλωτος.

Ετυμολογία που βρήκα στη Βικούλα: < μεσαιωνική ελληνική κίγγλα < λατινική cingula < cingo.

#2
allivegp

Mπράβο! Ο daddy μου έλεγε ως σχήμα κατάχρησης της γενικής πτώσης:
- Ποιός πήγε κι έκοψε την ίγκλα του σαμαριού του γομαριού του γιού του Νίγκλα;

#3
σφυρίζων

Έτσι λένε και τον αετό οι ελληνοαμερικλανοί.

#4
soulto