τζελάτης ή τζιλάτης

Βασανιστής, δήμιος, τύραννος (>τζελατεύω ή τζιλατεύω).

Η μαμά στο παιδί της που ενοχλεί το μικρό του αδελφάκι: Μη τζιλατεύεις το αδελφάκι σου!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
angelvak

τούρκικο προφανώς

#2
ΣτοΔγιαλοΧτηνος

< τουρκ. cellat = δήμιος.

#3
donmhtsos

Τη λέξη τζελάτης (δήμιος) χρησιμποιεί αρκετά συχνά ο Μακρυγιάννης.

#4
donmhtsos

(χρησιμοποιεί)