Η ποιητική ονομασία για τη βροχή στα καλιαρντά. Βγαίνει από το λάκριμο εκ του ιταλικού/ λατινικού lacrima. Σαν να δακρύζει ο ουρανός, δηλαδή. Αβέλει λακρίμω σημαίνει βρέχει.

Θα αβέλει λακρίμω αύριο είπαν στην κρυσταλλοσινού.

Αβέλει λακρίμω

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
donmhtsos

Λίαν ποιητικόν!

#2
dryhammer

[η μικρή [λακρίμω][1] κάθεται και κλαίει γιατί δεν την παίζουνε οι φιλανάδες της...η μικρή [λακρίμω][1] κάθεται και κλαίει γιατί δεν την παίζουνε οι φιλανάδες της...][2]

#3
dryhammer

λεζάντα εικόνας