Παράδειγμα: Αλάρωτος= Αυτός που δεν λαρώνει, που δεν ησυχάζει.
Το πδί αυτό ωρέ δε λαρώνει πθεινά .
Παράδειγμα: Αλάρωτος= Αυτός που δεν λαρώνει, που δεν ησυχάζει.
Το πδί αυτό ωρέ δε λαρώνει πθεινά .
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία
0 σχόλια