Καπνίζω.

Για πιο μάγκικα: φουμέρνω.

Φέρε κάνα γάρο να φουμάρουμε.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία