Απίστευτο, «είναι απίστευτο».
- Καλά, πώς έγινε αυτό;
- Απιστεύταμπολ!!
Απίστευτο, «είναι απίστευτο».
- Καλά, πώς έγινε αυτό;
- Απιστεύταμπολ!!
Είναι συνδυασμός της ελληνικής λέξης απίστευτο και της αγγλικής unbelievable.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
1 σχόλιο
srellik
Επίσης μπορεί αντί με το στερητικό α- να λεχθει με το αγγλικό un- οποτε γίνεται un-πιστεφτ-able με την ιδια φυσικά σημασία, όπως επίσης και το un-παικτ-able.