(μεταφορικά) Επιπλήττω σφοδρά κάποιον, τον βάζω στη θέση του.
Επίσης: χεστήκαμε (αγρίως ή πολύ άσχημα) με κάποιον = βριστήκαμε αμοιβαία, τα σπάσαμε, μαλώσαμε, παρεξηγηθήκαμε.
Τον πήρα τηλέφωνο και τον ξέχεσα άγρια γι'αυτό που έκανε!
(μεταφορικά) Επιπλήττω σφοδρά κάποιον, τον βάζω στη θέση του.
Επίσης: χεστήκαμε (αγρίως ή πολύ άσχημα) με κάποιον = βριστήκαμε αμοιβαία, τα σπάσαμε, μαλώσαμε, παρεξηγηθήκαμε.
Τον πήρα τηλέφωνο και τον ξέχεσα άγρια γι'αυτό που έκανε!
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
2 σχόλια
xalikoutis
Σχετικά με αυτό το ιδιότροπο «ξε-» που επιτείνει αντί να αναιρεί την έννοια που ακολουθεί, βλ. το λήμμα ξεψώλι.
xalikoutis
Σχετικά με κάθε γραμματική ιδιοτροπία, μπορείτε επίσης να πείτε στο μουνί μου το ιδιότροπο.