Λέγεται σε κάποιον που είναι αγχωμένος με κάτι με σκοπό να τον ηρεμήσει... Συνώνυμο των χαλαρά, εντάξει μωρέ, στ' αρχίδια σου, δε βαριέσαι κτλ.
- Πλησιάζουν οι εξετάσεις και δεν έχω διαβάσει σχεδόν τίποτα...
- Έλα μωρέ, μην τρελαίνεσαι! Τόσο διάβασμα ρίξαμε να περάσουμε τις πανελλήνιες, θα αγχωνόμαστε και στο πανεπιστήμιο;
1 σχόλιο
patsis
Επίσης και μια διακριτά διαφορετική σημασία: «Μην υπερβάλλεις». Π.χ. από εδώ:
Καλά μην τρελαίνεσαι Μάγια μου, δεν ανακάλυψες το σκάνδαλο των υποβρυχίων, άσε τις υπερβολές, τις κορώνες και τον φτηνό λαϊκισμό.