Βρέχομαι, γίνομαι λούτσα.
- Καλά, πώς είσαι έτσι βρεγμένος;
- Ερχόμουν σπίτι με τα πόδια και πιάνει μια μπόρα, δεν φαντάζεσαι, παπί έγινα μέχρι να φτάσω.
Βρέχομαι, γίνομαι λούτσα.
- Καλά, πώς είσαι έτσι βρεγμένος;
- Ερχόμουν σπίτι με τα πόδια και πιάνει μια μπόρα, δεν φαντάζεσαι, παπί έγινα μέχρι να φτάσω.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
1 σχόλιο
MXΣ
και να φανταστείτε ότι το παπί δεν βρέχονται! Κοντά στην ουρά φέρει έναν αδένα, με τον οποίο εκκρίνει μία λιπώδη ουσία. Με το ράμφος της η πάπια αλείφει αυτό το υγρό σε όλο της το σώμα, καθιστώντας αδιαπέραστο από τα νερά το φτέρωμά της... (που λέει και η Βίκυ)