Οι όρχεις των ζώων αλλά και των ανθρώπων, στην κρητική ιδιόλεκτο.
Αλλιώς και: ασβάχια.

Εντάξει φίλε αυτά τα γράφουμε στα ζουβάχια μας!

Λέξεις για τους όρχεις και τα αντρικά γεννητικά όργανα συνολικά: αρχίδια, ζουβάχια, καλαμπαλίκια, καμπανέλια, καρύδες, κοκόβια, κοχόνια, κρεμαντζόλια, λιμπά, λυμπά, μπομπόλια, οικογένεια, παπάρια, τζοχανταραίοι. Ειδικά για συνώνυμα του πέους δες πέος.

Λέξεις για τα γυναικεία γεννητικά όργανα: γατάκι, κουτί, μουνί, μουτζό, μύδι, νιμού, πιπί, πουτί, πράμα, τρύπα, ψωλότσεπη.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
prasas

Εγώ από Κρήτη είμαι,πρώτη φορά ακούω τη λέξη..είσαι σίγουρος ότι πρόκειτε για κρητικά?

#2
iron

και γω ρώτησα έναν κρητικό που επίσης δεν το είχε ακούσει. Μπορεί όμως να είναι πολύ τοπικό.

#3
Επισκέπτης

sto rethymno kikloforei afti i leksi alla se poli .. psagmenes parees!

#4
xalikoutis

Μπράβο! Η λέξη βεβαίως υπάρχει, αλλά στα πεδινά την αγνοούν. Τη λένε όμως και στα Σφακιά και στα Ανώγεια (κάτι που δεν είναι πολύ συνηθισμένο). Επίσης αν και η λέξη αφορά όντως τα αρχίδια των ζώων, μπορεί να αναφέρεται και στα ανθρώπινα όταν αυτά νοούνται αυστηρά ανατομικώς, χωρίς δηλαδή σεξουαλικές προεκτάσεις. Γι' αυτό και η λέξη είναι κι ένας εύσχημος τρόπος ακόμα και για γυναίκες να αναφερθούν στ' αρχίδια. Άκουσα πολύ πρόσφατα μεγάλη γυναίκα να λέει: Ο τάδε έχει το κακό στο ζουβάχι ντου« μτφρ: καρκίνο του όρχεος.
Αξιοσημείωτο ότι ως σχετικά κόσμιος τρόπος να αναφερθείς στα αρχίδια, ήδη απαντούν στο internet κάποιες χρήσεις του ζουβάχια κατά το στα φρύδια μου, στα κάκαλά μου κ.λπ.

#5
xalikoutis

Ετυμολογία όμως....