Επίθημα που σχηματίζει ουσιαστικά θηλυκού γένους (μονοσύλλαβο).
Το επίθημα υπάρχει βέβαια ανεξάρτητα από την αργκό στα ελληνικά, στις αργκό χρήσεις του όμως είναι ιδιαίτερα παραγωγικό, και χρησιμοποιείται συνήθως ειρωνικά ή μάγκικα, ή και για να εξελληνίσει αδόκιμους ξενικούς τύπους.
Στα παραδείγματα, λέξεις που υπάρχουν ήδη σε λήμματα του σλανγκ τζι αρ.
αϊποντιά, αλβανιά, ανετιά, απαλεψιά, αρχιδιά, βυντριά, γερμανιά, γκλαμουριά, δηθενιά, ζαμπουνιά, ζαρχιδιά, καγκουριά, καμενιά, καρκινιά, κλειδιά, κουγιά, κοψοφλεβιά, λινκιά, μαλαγανιά, μαλεζανιά, ματζιριά, ματριξιά, ματσαραγκιά, ματσακονιά, μεϊντενιά, μινιμαλιά, μισοχυσιά, μοντιφιά, ντεμεκιά, ντιζαϊνιά, οριτζιναλιά, παλτουδιά, παπαριές, παρισχιλτονιά, πηδιά, ποζεριά, προχωρημενιά, σκαϊπιά, σκρουτζιές, σλανγκιά, σπλατεριά, σποϊλεριά, ταλιμπανιά, ταρζανιά, τατιανιά, τουματσιά, τρανσιά, τρασιά, τρολιά, τσιγαριά, φιδιά, φλασιά, φραπεδιά, φυτιλιά, χαριτωμενιά, χτιστιά, ψαγμενιά, ψυγκιές, ψωλιά.
5 σχόλια
Hank
Τα εθνικά: αμερικανιά, αμερικλανιά, κινεζιά, αγγλιά.
Επίσης: χαριτωμενιά.
jesus
κ χουϊτιά, από το χου, αν κ δε νομίζω να λέγεται κ πολύ.
vikar
Σωστός ο Χάνκ. Αυτό που μ' αρέσει ιδιαίτερα στο χαριτωμενιά, είναι που είναι παράδειγμα του γενικότερου φαινομένου με το επίθημα -ιά στην αργκό, να σχηματίζεις ουσιαστικό απο παθητική μετοχή (απο -μένος, σε -μενιά). Σε τυπικά ελληνικά δέν παίζει και πολύ αυτό, με το ίδιο ή άλλο επίθημα, αν όχι και καθόλου (να με διαψεύσει πλίζ κανείς;...).
Την παρατήρηση αυτή την έχω κάνει εδώ και κάποιο καιρό, προσπαθώντας να μεταφράσω ανάλογους όρους απο τα αγγλικά στα ελληνικά --στα αγγλικά ως γνωστόν ο σχηματισμός απο -ed σε -edness (connectedness, closedness) χρησιμοποιείται χωρίς κανένα πρόβλημα σε τυπικό ύφος.
Khan
Η πετυχημένη χαριτωμενιά λέγεται και πετυχημενιά.
vikar
Για να κλείσω ο ίδιος το μεταφραστικό μόουντ που είχα ανοίξει επάνω, σε τυπικά ελληνικά (απ' όσο μπορώ να σκεφτώ) δέν παίζει τέτοιο επίθημα, οπότε η καλύτερη επιλογή είναι και η στάνταρ, δηλαδή να ουσιαστικοποιείς απλά τη μετοχή, παίρνοντας έτσι ουδέτερο όνομα: το πεπερασμένο του συνόλου (< πεπερασμένο σύνολο) και όχι ξερωγώ η *πεπερασμενότητα του συνόλου, και ανάλογα, σε τυπικά ελληνικά πάντοτε, το χαριτωμένο της καυλίτσας (< χαριτωμένη καυλίτσα), το κατεστραμμένο του αρπιτζά (< κατεστραμμένος αρπιτζάς) και λοιπά.