Θλιβερά αξιοθρήνητο άτομο ή ζώο, όταν βλέπεις ένα αλλάζεις πεζοδρόμιο. Αποτελεί τον τελευταίο κρίκο της δια(σ)τροφικής αλυσίδας.

Εκ των κοπρίτης και αλητάμπουρας.

Ασίστ: Vrastagirl.

Εγώ δεν ήμουνα κοπριτάμπουρας, κοπριτάμπουρα μ' έκανες εσύ...

its a doggy-dog world (από Vrastaman, 31/07/08)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
acg

Αυτη η καταληξη (-αμπουρας) ειναι ολα τα λεφτα. Εξ και ο χλιδάμπουρας.

#2
acg

Εξ ΟΥ εννοουσα. Μη μου κανετε κακο κ. πολιτσμαν;)

#3
σφυρίζων

κοπριτάμπουρας τ.  Copre Diem