(την κάνω) χάμπατις = κάνω το κορόιδο, αμολάω αετό.
Προέρχεται από το χαμπάρι +τις (=κάποιος).
- Μόλις έκανε κόζι το φλώρι το σπαθί (μαχαίρι), κιότεψε και την έκανε χάμπατις.
(την κάνω) χάμπατις = κάνω το κορόιδο, αμολάω αετό.
Προέρχεται από το χαμπάρι +τις (=κάποιος).
- Μόλις έκανε κόζι το φλώρι το σπαθί (μαχαίρι), κιότεψε και την έκανε χάμπατις.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
0 σχόλια