Από το αγγλικό Ape (πίθηκος). Κάποιος ο οποίος κάνει σαν πίθηκος συνήθως μετά από υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ.
(κοιτώντας δυο φίλους πάνω στον καναπέ ενός κλαμπ)
- Έιπς...
Από το αγγλικό Ape (πίθηκος). Κάποιος ο οποίος κάνει σαν πίθηκος συνήθως μετά από υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ.
(κοιτώντας δυο φίλους πάνω στον καναπέ ενός κλαμπ)
- Έιπς...
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
0 σχόλια