Από το ιταλικό sampogna και στη συνέχεια zampogna, ένα πνευστό μουσικό όργανο, το οποίο διαδίδεται και προς τη δύση (π.χ. γαλλ. zampogne) και προς την ανατολή, όπου το δανειζόμαστε ως τσαμπούνα ήδη από τον Μεσαίωνα.

Από εκεί και το ρήμα τσαμπουνίζω και το σημερινό τσαμπουνάω, που σημαίνει μιλώ πολύ και φλύαρα και που προφανώς γεννήθηκε από την αναλογία ανάμεσα στην επίμονη φλυαρία και στον μονότονο ήχο της τσαμπούνας.

Κατόπιν της ανωτέρω άσκοπης επίδειξης ετυμολογικών γνώσεων, τσαμπουνάω στην καθομιλουμένη σημαίνει «ξεφουρνίζω».

- Έλα! Delicious!Ο Barriccelo είμαι ρε!
- Έλα ρε φίλος! Πού είσαι, έρχεσαι; Εγώ έχω φτάσει 20 λεπτά τώρα, είμαι χωρίς ομπρέλα κι έχω γίνει λούτσος!
- Ρε φίλος... κάτι προέκυψε και δε θα μπορέσω να 'ρθω...
- Τι έγινε ρε φίλος;
- Να μωρέ... η μάνα μου έφυγε για δουλειά και άφησε τη χύτρα στη φωτιά και μού' πε να την κλείσω σε 2,5 ώρες και...
- Τι αρχιδιές μου τσαμπουνάς ρε φίλος! Τι μαγειρεύετε και θα κάνει τόση ώρα για να βράσει, κανά τσουμπακάμπρα;
- Πού το θυμήθηκες αυτό ρε φίλος! θυμάσαι σε κείνο το Χ- Files που ο Μόλντερ...
- Άστο ρε μάγκα! Το γάμησες και ψόφησε να πούμε! Μην ασελγείς πάνω του! Τα μελέ...

Βλ. και τσαμπου(ρ)νάω

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
το Λιοντάρι

Ε, ε, ε, κάποιες μικρούλες επιδιορθώσεις. Η λέξη είναι ιταλική, λατινογενής, γράφεται zampogna και προφέρεται ως «τσαμπόνια». Δεν υπάρχει λέξη zampogne στα Γαλλικά. Το μουσικό όργανο zampogna δεν είναι ακριβώς πνευστό, σαν το σαξόφωνο ή την τρομπέτα, φτιάχνεται από δέρμα σε ένα είδος σάκου που τον πιέζει ο οργανοπαίκτης, ο σάκος βγάζει τον αέρα που έχει πάρει κι ύστερα ανοιγοκλείνοντας τις κατάλληλες οπές στον αυλό τού οργάνου παράγονται οι νότες. Το πιο γνωστό από αυτά τα όργανα είναι η σκωτσέζικη γκάϊντα.

#2
Galadriel

Σε εξαιρετικό δρόμο Λιόντα, σε εξαιρετικό δρόμο.