Μεταφορά στην ελληνική του όρου metrosexual, για να ταιριάζει με τις παραδοσιακές γαλλικές επιδράσεις μας, αλλά και με το γνωστό μέσο συγκοινωνίας. Είναι αυτός που δεν είναι γκέι, αλλά και δεν θα έχεζε στο δάσος, ακόμη κι αν δεν υπήρχε καμία τουαλέτα σε ακτίνα πολλών χιλιομέτρων. Είναι ο στρέι, το αγορίτσι. Αυτός που το επίπεδο τεστοστερόνης του είναι χαμηλότερο κι από επίπεδο μετροπόντικα. Αυτός που προσέχει την εμφάνισή του λίγο παραπάνω από ότι είναι andraclically correct. Οι τριχόφιλοι θα εντόπιζαν και την τριχοφοβία ως σύμπτωμα του μετρό, ας πούμε να ξυρίζεις υπερβολικές κι αδέσποτες τρίχες γύρω από τα φρύδια, τις μασχάλες ή την ήβη σου. Είναι έκφραση των downtown 00s (o tempora o mores!). Προηγουμένως, ο φλώρος, φλωρούμπας δεν αποτελούσε ειδική σαφώς οριοθετημένη κατηγορία-buffer μεταξύ στρέιτ και γκέι.
Ίσως ο μετροστάρ και να αποτελεί υπερθετικό του μετρό.

- Ο Σάκης, δεν ξέρω πώς να το πω, κάπως υπερβολικά προσέχει την εμφάνισή του! Έχει ξυρίσει ένα μέρος από τα φρύδια του, ακόμη κι απ' τις μασχάλες του. Και ξέρεις, αυτά τα γελάκια...
- Πες μου καθαρά τι εννοείς χωρίς υπεκφυγές! Τον δουλεύει τον μετροπόντικα;
- Όχι όχι, δεν θα έφτανα ώς εκεί. Απλώς είναι μετρό.

(από Khan, 05/07/14)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
Hank

Απορία: Έχω ακούσει και την έκφραση «μητροσεξουαλικός». Είναι το ίδιο πράγμα, ή είναι από την «μήτρα»;

ΥΓ. Πάντως αν κρίνω από το λήμμα μετροπόντικας, ο μετρό μπορεί να είναι απλώς και ο γκέι στα πρώτα στάδιά του, όταν ακόμα χρειάζεται μετροπόντικα, μετά τα πράγματα γίνονται πιο εύκολα...

#2
Vrastaman

Μέχρι σήμερα χρησιμοποιούσα την λέξη αυτή για να περιγράψω τους μετρό ;-)