Είναι το διάσημο lol, στα γερμανικά.

- Για. Ιχ σπέχεν ντόιτς.
- Λόλεν!

Βλ. και lol, λολ, lol-some, lol-οκαύτωμα, Loles - λόλες, rotf-lol, LMFAO κ.λπ., λολάρω

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
kourampies

Χρησιμοποιείται κυρίως από απολύτως καμένους teenagers κάτω των 18, που δεν τους αφήνουν οι γονείς/δεν έχουν internet και pc στο σπίτι και λιώνουν στα internet cafe σε κατάσταση ημιπαράλυσης.

#2
protnet

lolen!

#3
jesus

μπόλεν κ λόλεν.