Εναλλακτικά χρησιμοποιείται και ως τσιρλιό. Ηχητικής προελεύσεως λέξη, που αναφέρεται στην εκκένωση υδαρών κοπράνων, επισήμως γνωστή ως διάρροια. Η στρατιωτική λέξη αργκό «τσιρλιπιπί» είναι παράγωγο της εν λόγω λέξης. Συχνά χρησιμοποιείται και το επίθετο τσιρλιάρης, με την έννοια του φοβητσιάρη-χέστη.

  1. Επιστολή αναγνώστη προς το ΒΗΜΑ:

Τυχαίως το βράδυ (9.30-10.00) της 13ης Δεκεμβρίου ανοίγοντας την τηλεόραση στο πρόγραμμα ΕΤ3 παρακολούθησα μάθημα «πατριδογνωσίας» από κάποιον κ. Ζούραρι και σημείωσα, μεταξύ άλλων, τα εξής πρωτοφανή, πρωτάκουστα και απαράδεκτα: «η ανάγκη δεν ελέγχεται από το εθελόμυρτον (sic)...», ή «όταν φας πιπεριά την επομένη θα έχεις τσίρλα (διάρροια) και έτσι φαίνεται η σχέση πιπεριάς και τσίρλας και με την τσίρλα τελειώσαμε το μάθημα αυτό».

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
iron

το παράδειγμα σκίζει! χαχαααα!!!!

#2
iron

δεν τον ήξερε τον «Ζούραρι», τον έμαθε όμως!

#3
Hank

Σλανγκιστί «Ζουρλάρις».

#4
Vrastaman

Γεια σου Κρεψ με τα καλά σου ;-)

#5
Γκουλιάρης

Εθελόμυρτον;; :o