Από την λέξη θεριακή (αντίδοτο σε δηλητήριο). Θεριακλής αυτός που είναι παθιασμένος με κάτι απολαυστικό.

Πάμε για καφέ στου Ντίνου; Μου έχει πει ο Τάκης ότι κάνει τον καλύτερο καφέ και τον εμπιστεύομαι γιατί είναι θεριακλής με τον καφέ του...

Ο Ρουμάνος τεννίστας και μετέπειτα τραπεζίτης Ion Tiriac (από allivegp, 25/04/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
Hank

Εύγε! Νομίζω ότι κι εδώ χρειάζεται να ανατρέξουμε στην Τουρκική και να δούμε λίγο τι είναι ετυμολογία και τι παρετυμολογία.

#2
poniroskylo

Και ο Μπαμπινιώτης και το Ίδρυμα Τριανταφυλλίδη ετυμολογούν τη λέξη από το πέρσικο και τούρκικο tiryak=όπιο. Και η θεριακή στα Ελληνικά αρχικά όπιο σήμαινε αλλά η χρήση αυτή ατόνησε και η λέξη πήρε τη σημασία του αντίδοτου. Πάντως στα τούρκικα τώρα tiryaki είναι ο εξαρτημένος από ουσίες και, σε τελική ανάλυση, αυτό σημαίνει και θεριακλής.

#3
Επισκέπτης

η ετυμολογία στηρίχτηκε στον Ν. Π. Ανδριώτη. μερσώ για συμπλήρωμα.