Σύνθετη λέξη αρχαιοελληνικής προελεύσεως, και συγκεκριμένα από την Κρήτη, η οποία περιγράφει τη γνωστή κουμπαριά [συν+τέκνο].

Στο πέρας του χρόνου έλαβε διαφορετική διάσταση και σήμερα χρησιμοποιείται ευρύτατα περιγράφοντας οιονδήποτε αρσενικό, επιδεικνύοντας φιλική διάθεση και εγγύτητα.

Στην υπόλοιπη Ελλάδα χρησιμοποιείται ο όρος κουμπάρος ή πατριώτης. Ιδίας σημασίας και ο γνωστός σύντροφος [товарищ - Genosse], που έχει περάσει πια στις καλένδες.

Κρητικό διαδικτυακό ανεκδοτάκι:

Ο σύντεκνος έχει πάει επίσκεψη βραδιάτικα στο σπίτι των συντέκνων του σε κάποιο άλλο χωριό. Το βράδυ, επειδή οι οικοδεσπότες σύντεκνοι δεν είχαν άλλο κρεβάτι, το έβαλαν να κοιμηθεί μαζί τους, στο ίδιο κρεβάτι. Το πρωί που ξύπνησαν, ο ξενοχωριανός σύντεκνος παίρνει τον οικοδεσπότη σύντεκνό του σε μια γωνιά και του λέει εμπιστευτικά με συμπονετική φωνή:

_Σύντεκνε μάθε το πώς η συντέκνισσα δεν είναι μπιστεμένη,

όλη τη νύκτα με τη χέρα της μου την είχε κρατημένη!

Και ο οικοδεσπότης σύντεκνος του απαντά κοφτά:

_Σύντεκνε, εγώ σου τηνε κράτουνα με τη δεξιά μου χέρα,

μη τύχει η αφιλότιμη και πάει παραπέρα!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
GATZMAN

Λήμμα ειδικά αφιερωμένο στον Χαλικού

#2
xalikoutis

Το κουμπάρος χρησιμοποιείται και στην Κρήτη, και ως απλή φιλική προσφώνηση, και μάλιστα πιο συχνά από το σύντεκνε (χρησιμοποιείται φυσικά και μεταξύ κουμπάρων, μεταξύ δηλαδή δυο ζευγαριών που το ένα έχει στεφανώσει το άλλο...όπως και στην υπόλοιπή Ελλάδα)...

Το κουμπάρος μάλιστα μπορεί να χρησιμοποιηθεί και αντί του συντέκνου , όχι όμως το ανάποδο (δηλαδή η σχέση από βάφτιση λέγεται κι αυτή κουμπαριά, η σχέση από γάμο όμως δε λέγεται σχέση συντέκνων - ή και συντεκνιά)...

Η κυριαρχία της αναπαράστασης στους μη Κρητικούς του συντέκνου ως της βασικής κρητικής φιλικής προσφώνησης προκύπτει από το ότι α) δεν απαντά αλλού, άρα ας το τυποποιήσουμε ως ΤΟ Κρητικό thing to say B) σε δεύτερο χρόνο, από το ότι «α, αρέσει στους Αθηνέζους, ας το λέμε, πουλάει».

#3
Ο ΑΛΛΟΣ

  1. Μα δε λέγεται μόνο στην Κρήτη. Και σ' άλλα νησιά το λένε.
  2. Α μπα; Δεν ήξερα ότι αφορά μόνο τη σχέση από βάφτιση. Λογικό βέβαια.
  3. Έχει ενδιαφέρον να παρατηρήσει κανείς ότι η ετυμολογία του κουμπάρου είναι ακριβώς η αντίθετη από του συντέκνου: ο κουμπάρος βγαίνει από κάποια βενετσιάνικη, υποθέτω, εκδοχή της λέξης που σε άλλες λατινογενείς γλώσσες είναι compadre (ισπ.), compere (γαλλ.) κλπ., και σημαίνει «συμπατέρας» -μάλιστα οι Κύπριοι διατηρούν και τον ιστορικά ορθότερο τύπο του θηλυκού κουμμέρα (πρβλ. γαλλ. commere), «συμμητέρα», αντί του κουμπάρα που δηλώνει ότι η αρχική σημασία έχει ξεχαστεί. Ενώ ο σύντεκνος είναι το αντίθετο, συν + τέκνο.
#4
GATZMAN

Πάντως Κρητικοί έχουν μετακινηθεί σε διάφορα νησιά, π.χ:Κάρπαθο, Κάσο, Μήλο, Αμοργο, κλπ.

#5
xalikoutis

χμμμ, νομίζω ότι δεν έχει με τους κρητικούς μετανάστες, αλλά με την ενετοκρατία.... και γενικά μάλλον εννοούσα ότι δε λέγεται στην ηπειρωτική ελλάδα.... η Κρήτη τώρα στην Ελλάδα είναι κάπως το «κυρίως» νησί, την ίδια στιγμή που έχει και status «όχι-ακριβώς-νησιού».... κι έτσι έχει την εμβέλεια να να εξάγει κατοχυρώνοντας και να κατοχυρώνει εξάγοντας ως «Κρητικά» πολλά που είναι ενδεχομένως γενικά νησιώτικα...

και αν και ο κρεψ δε συμβάλει πλέον, αυτό με τις καλένδες καταταλαιπωρήμενο... όπως και το σλανγκόμετρο...