Το κάρφωμα, η μη επαρκής συγκάλυψη μιας πράξης.

Όπως την κοιτάγαμε σα λιγούρια, λογικό ήταν να γίνουμε χου.

Συνώνυμο: κάρτα

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αυτός που αντέχει σε δύσκολες συνθήκες ή την κακομεταχείριση ή χωρίς φροντίδα / συντήρηση ή όλα μαζί.

Καλά, μιλάμε το μηχανάκι το 'χω λιώσει και δε βγάζει άχνα, ούτε συνεργεία ούτε τίποτα. Σκυλί μαύρο σε λέω!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το μπορέλι από το γνωστό παίχτη του Παναθηναϊκού. Σημαίνει μπορεί, αλλά χρησιμοποιείται για την αντίθετη ακριβώς έννοια, δηλαδή ότι δεν παίζει, αποκλείεται, με καμία δύναμη.

- Τσακίσου φέρε μου τσιγάρα απ' το περίπτερο.
- Και μπορέλι...

Χουάν Χοσέ Μπορέλι (από poniroskylo, 21/09/10)(από ironick, 20/10/14)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Από το γαλλικό complet. Σημαίνει ολοκληρωμένος. Χρησιμοποιείται για καταστάσεις ή πράγματα που δεν παίρνουν άλλο, που είναι πλέον τίγκα.

Πιάσε και μια σαλάτα και είμαστε κομπλέ.

βλ. και κομπλέντερ, κομπλεδόν.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο χαμηλών στάνταρ γενικά μεν, άξιος γαμησιού δε.

- Η γκόμενα δεν είναι καν γαμήσιμη φίλε... δεν είναι ΚΑΝ γαμήσιμη!

Βλ. και γαμισάμπλ, αξιαγάμητος/-η, φακάμπλ, fuckable, ευγαμήσιμη.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η παρτόλα, η γυναίκα που πάει με όλους.

Η Σούλα είναι σαν το ποδήλατο του χωριού: όλοι το έχουν πάρει μια βόλτα...

Βλ. και ψωλοκρεμάστρα, πασαγαμιόλα

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο φλώρος, ο μαλθακός, ο καλομαθημένος, που δεν αντέχει σε δύσκολες συνθήκες.

- Είπα και στον Τάκη να 'ρθει στο camping.
- Πφφ, σιγά μην έρθει, αυτός είναι τρυφερό πόδι.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο αλογομούρης. Αυτός με μακρόστενη φάτσα. Χαρακτηρίζεται από μεγάλο, μακρύ πηγούνι: το μήκος από το κάτω χείλος μέχρι την άκρη του πηγουνιού ισούται ή είναι μεγαλύτερο του μήκους από το κάτω χείλος μέχρι την κορυφή της κεφαλής. Βγαίνει από το γνωστό προπονητή με αντίστοιχο προσωπότυπο.

- Κοίτα το γκομενάκι με τι αλογομούρη είναι....!
- Γκμοχ σκέτος ο δικός σου, χαχα!

(από Cunning Linguist, 07/06/08)Και η περιφερειάρχης Ρένα Δούρου αποκαλείται μειωτικά ως γκμοχογκόμενα. (από Khan, 26/05/14)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Εκ του αγγλικού mullet. Η μακριά πίσω και κατά προτίμηση κοντή μπροστά κόμη, η χαίτη. Χαρακτηριστικό των ανδρών στα 80s, των hillbillys και των μεταλλάδων.

Χαχα! Πού πας ρε με το μουλέτι; Σε πάγο σε είχανε;;!

Σεβασμός!... (από vikar, 10/12/08)(από jesus, 24/10/11)

Σύγκρινε με μοϊκάνα.

Λέξεις για τη χαίτη: (μαλλί-)λασπωτήρας, μάλετ, μουλέτι, χαιτικό, δες και χαιταίος

Σε άλλες γλώσσες: mullet (αγγλικά), nuque longue (γαλλικά), Vokuhila (γερμανικά), svenskerhår (δανέζικα), czeski piłkarz (πολωνικά), hockeyfrilla (σουηδικά), takatukka (φινλανδικά)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Από τον γνωστό ηθοποιό Alain Delon. Σημαίνει άλλ' αντ' άλλων.

- Μ' αυτό το παιδί δε μπορώ να συνεννοηθώ. Μαζί μιλάμε και χώρια καταλαβαινόμαστε.
- Ε, αφού του λες κάτι και σου απαντάει αλέν ντελόν.

Να μην ακούω τίποτα! (από MXΣ, 29/03/10)Ali - Dylan... (από MXΣ, 08/08/11)

Δες και αλλαντάλλα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία