Ρήμα. Η πράξη της τοποθέτησης δαχτύλου στην σούφρα. Χρησιμοποιείτε κυρίως στην παθητική φωνή ως "κωλοδαχτυλιάζομαι".

Κωλοδαχτίλιαζα την Μαρία όλο το βράδυ αλλά όταν πήγα να την στον φορέσω μου το έπαιζε παρθένα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε