Γνωστό '80's είδωλο, πρωταγωνιστής μιας μεγάλης κολλεκτίβας ελληνικών ταινιών τύπου «Ρόδα, τσάντα και κοπάνα». Ο πιο γωστός ρόλος του είναι το «αλάνι», μηχανόβιος, σκληρός αλλά ευαίσθητος όταν γνωρίζει τον αληθινό έρωτα.

Ο όρος Γαρδέλης χρησιμοποιείται για μηχανόβιους που κάνουν συνήθως επίδειξη της «ρόδας» τους σε ανυποψίαστες κοπέλες τύπου Σοφίας Αλιμπέρτη (αυτός που μόλις σε έχει πάρει ο ύπνος και κάνει γύρους το τετράγωνο με ταχύτητα λες και παίρνει μέρος σε ράλλυ).

Έρχεται ένας φίλος σου όλο χαρά, να σου δείξει την καινούργια του ρόδα που μπορεί να είναι κι ένα απλό παπί και γκαζώνει με ύφος «Καβαλάω Harley, μάγκες».

Εκεί εσύ γυρνάς και λες: «Καλώς τον Γαρδέλη!»

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Aυτός που, στις πορείες, τα συλλαλητήρια και κάθε είδους συγκέντρωση διαμαρτυρίας τα δίνει όλα, με τόσο πάθος που νομίζει ότι βρίσκεται στο γήπεδο.

- Πάρε τον τύπο στην πρώτη σειρά με τη σημαία που φωνάζει μόνος του: Η αλληλεγγύη το όπλο των λαών. Τι βλάκας!
- Τον έχω δει ώρα. Ο γηπεδικός!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αυτός που δεν του κάθονται οι γκόμενες που θέλει γιατί τον βλέπουν σαν φίλο και γιατί κοντεύει να χωθεί κι αντί να τις φιλάει όταν τις επιστρέφει σπίτι τις καληνυχτίζει. Ο wannabe γκόμενος που είναι όμως πάντα ο καλύτερος φίλος των κοριτσιών.

- Τελικά ο Μάκης το έριξε το Μαράκι από τη σχολή;
- Όχι λέει, τελικά του μίλαγε όλο το βράδυ για τον πρώην της. Έλα μωρέ, τι ασχολείσαι κι εσύ με τον καληνυχτάκια.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αλλιώς = φουντούκια. Βλέπε ημοκοράς, μόνο που για να το προσδιορίσουμε καλύτερα είναι οι τύποι, τύπισσες που τα μαλλιά τους συνήθως είναι σγουρά ή κατσαρά και δεν τους κάθονται όπως θα ήθελαν και, προσοχή, ποτέ δεν κυκλοφορούν μόνοι τους. Να σημειωθεί ότι ο όρος χρησιμοποιούταν και πριν την ύπαρξη του όρου ημοκόρος για τους brit – popάδες που σύχναζαν στο decadence και στο pop. Γενικά οι alternative, εναλλακτικοί τύποι.

- Αυτή δίπλα είναι η παρέα με τους κεφτέδες που τους πετυχαίνουμε όλο στο booze;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Λέξη που χρησιμοποιούν οι γκόμενες για τους άντρες, επειδή ή τις φτύνουν, ή δεν ανταποκρίνονται πια στον ρόλο του «άντρα κυνηγού» ή τέλος πάντων δεν τις διεκδικούν όπως θα ήθελαν. Πάντως, και πέρα από αυτές τις προϋποθέσεις, οι κοπέλες χρησιμοποιούν τον όρο αυτό συνθηματικά όταν θέλουν να αναφερθούν σε άντρες.
Παράγωγα: υπέρκοτάρα (μούναρος), κοτέτσι (βλέπε τουμπανίαση -με άντρες όμως), κόκορας (όταν η κότα συνοδεύεται από κάποια, η κάποια είναι ο κόκορας)

- Κοίτα την κότα που μπήκε τώρα! Υπερκοτάρα!
- Αυτή η κότα νομίζω είναι κότα ηθοποιός, την έχω δει στην τηλεόραση.

Ένα από τα κόμματα στις εκλογές του 2009 (από Khan, 05/10/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αλλιώς = μπουζούκι. Ο «έχω πάντα δίκιο», το αγύριστο κεφάλι, ο ξερόλας.

- Ρεε μην επιμένεις, ο μεγάλος σεισμός στην Αθήνα είχε γίνει το 2000 όχι το 1999.
- Πωωω, ρε φίλε, τι μπουζούκι είσαι εσύ;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η πολύ ωραία γκόμενα που είναι σκύλα και σε φτύνει και που συνήθως είναι ανοργασμικιά ή εργασιομανής ή λεσβία ή top model.

- Η Kate Moss είναι πολύ παγόμουνο.

(από Galadriel, 28/02/09)Ήλιος χειμωνιάτικος ψυχρός (από Dirty Talking, 20/03/09)

βλ. και κρυομούνα, ice queen

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το στοματικό sex με στόχο να καταφέρει κάποιος κάτι, όπως μια προαγωγή, ένα μεταπτυχιακό, να περάσει ένα μάθημα και άλλα τέτοια. Γενικά όταν κάποιος το κάνει για χάρες.

Συνώνυμα: «μου παίρνουν συνέντευξη», «δίνω συνέντευξη».

Επίσης η φράση χρησιμοποιείται συνθηματικά σε δημόσιους χώρους από κοριτσοπαρέες, όταν συζητάνε για εμπειρίες τέτοιου τύπου και δεν θέλουν να γίνουν αντιληπτές.

- Τα έμαθες; Η Καιτούλα την πήρε την προαγωγή και δουλεύει μόνο έναν χρόνο στην εταιρία!
- Τι να πω; Μάλλον θα παίρνει καλές συνεντεύξεις... και θα της δίνουν κι όλας.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

O τύπος που κοντά του δεν έχεις δικαίωμα να μιλάς, μόνο να τον ακούς. Συνήθως τον πετυχαίνεις στα σκυλάδικα να χορεύει ζεϊμπέκικο με το τσιγάρο στο στόμα και του βαράνε όλοι παλαμάκια και οι γκόμενες σχίζουν για πάρτη του κυλότες. Κανείς δεν ξέρει τι δουλειά κάνει αλλά όλοι οφείλουν να ξέρουν πότε χέζει, και άλλες παρεμφερούς εμβέλειας πληροφορίες, γιατί είναι κοσμική περσόνα.

- Κική, κοίτα αυτόν το γκόμενο που σηκώθηκε να χορέψει τη ζεμπεκιά. Λιώνω! Τον θέλω!
- Χμμ, σιγά τον παρταρχίδια! Κάθε φορά που παίζει αυτό το σκυλοτράγουδο στις πίστες τρέχει.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Χρησιμοποιείται για άντρες πολύ κοντούς και μικροκαμωμένους που όμως, επειδή τους πειράζει πολύ αυτό, την έχουν δει πολύ «γαμώ και δέρνω» και είναι πάντα έτοιμοι για τσαμπουκά.

- Θανάση μου, πάμε να φύγουμε ΤΩΡΑ. Μόλις είδα τον πρώην μου να κάθεται στο μπαρ κι έτσι και μας δει θα θέλει να σε πλακώσει.
- Ποιος; Αυτή η περίληψη; Σιγά, δεν μπορεί να μου κάνει τίποτα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία