Ομαδικό σεξουαλικό όργιο στο οποίο πολλά άτομα μαζεύονται ταυτόχρονα σε έναν χώρο και επιδίδονται στο αγαπημένο τους άθλημα. Αρχικά, επειδή οι συμμετέχοντες προκειμένου να χαλαρώσουν έπιναν πολλά ούζα, ονομαζόταν συνθηματικά πάρτι με ούζα και για χάρη ευφωνίας έγινε παρτούζα.

- Γυναίκα μπορείς να μου πεις πώς είναι δυνατόν το παιδί μας να είναι κατάμαυρο ενώ και οι δύο μας είμαστε κατάξανθοι;
- Κοίτα να δεις, έπειτα από την περσινή παρτούζα να είσαι ευχαριστημένος που δεν γαβγίζει κιόλας...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο πονηρός και ύπουλος άνθρωπος, η παλιόπουστα, το παλιοπούτανο. Προέρχεται από την ιταλική λέξη lupina υποκοριστικό της λέξης lupa που σημαίνει λύκαινα και υποδηλώνει την πόρνη.

  1. Τι λε ρε μαλάκα 5 ευρώ ένα μπουκαλάκι νερό. Α γαμήσου παλιο-λουμπίνα...

  2. Να την προσέχεις τη Μαίρη. Μιλάμε για μεγάλη λουμπίνα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Συνθηματικό που αναφέρεται στην πράξη της ομαδικού πιπώματος μια παρέας νέων από μία ομάδα κορασίδων. Στο παιχνίδι λαμβάνουν μέρος τουλάχιστον 4 άτομα από κάθε ομάδα. Τα αγοράκια κάθονται στη σειρά με το πουλάκι έξω και περνάνε με τη σειρά τα κοριτσάκια και τα περιποιούνται. Όποιο αγοράκι λερωθεί πρώτο αποβάλλεται. Νικητής είναι αυτός που θα λεκιαστεί τελευταίος. Από την ομάδα των κορασίδων νικήτρια αναδεικνύεται αυτή που θα λεκιάσει τα περισσότερα αγοράκια. Το ζευγάρι των νικητών κερδίζει δωρεάν προφυλακτικά για 1 μήνα και μισό μπουκάλι βότκα.

Τι λέτε, φωνάζουμε τα κορίτσια για καμία πίπα-γύρο;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Οι βρισιές, οι βωμολοχίες, τα μπινελίκια. Η Γαλλική γλώσσα πάντα ήταν η γλώσσα των σαλονιών. Έτσι τα «γαλλικά» δικαιωματικά είναι η γλώσσα των αλωνιών...

- Ακούς εκεί να με πει μουνόπανο το αρχίδι...
- Μετά τη μαλακία που έκανες να περάσεις με κόκκινο, δικαιολογημένα άρχισε τα γαλλικά Τάκη μου...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η πολύ μεγάλη, χοντρή και χορταστική πούτσα.

- Κοίτα τα μαλακισμένα μόνο να διαμαρτύρονται ξέρουν. Να πάνε να ανοίξουν κάνα βιβλίο ούτε λόγος. Α ρε βοϊδόπουτσα που σας χρειάζεται...

Μετά το 1.30 (από Khan, 17/05/14)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κωλοβαράμε , ψωλαρμενίζουμε , την παίζουμε. Γενικώς μαλακιζόμαστε.
Προέρχεται από τη λέξη πούτσα, η οποία στο γερούνδιο της ενεργητικής φωνής προσλαμβάνει την κατάληξη -ing (όπως λέμε κλάμπινγκ, όχι όμως κάμπινγκ) και δηλώνει την αποκλειστική ενασχόληση με αυτήν (ναι ρε την πούτσα εννοώ). Προσοχή, δεν έχει καμία σχέση με τον Ρώσο άρχοντα Πούτιν, αλλά μάλλον με τον Αμερικανό πρόεδρο Μπους που έχει αναγάγει το πούτσινγκ σε επιστήμη.

- Πού έχεις χαθεί ρε μαλάκα σήμερα όλη μέρα; Πάλι για πούτσινγκ είχατε πάει με την κωλοπαρέα σου; Πότε ρε θα διαβάσεις για την εξεταστική;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η πόρνη, η τσούλα, η βιζιτού, η ιερόδουλος, η καριόλα, η πουτάνα.
Λέξη που έγινε γνωστή από την παγκοσμίου φήμης cult ταινία της δεκαετίας του ΄80 με τον Στάθη Ψάλτη, «Ο πρωτάρης μπάτσος και η τροτέζα».

Καλά θέλεις και παράδειγμα για να την καταλάβεις; Δεν σου φτάνουν τόσα συνώνυμα;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αγοράκι των βορείων ως επί το πλείστον προαστίων με λεπτά χαρακτηριστικά, προσεγμένο μαλλί, λεπτεπίλεπτη συμπεριφορά και καμιά φορά διακριτικό μακιγιάζ. Ξεχωρίζει για τη γλυκύτητά του και τις χαριτωμένες κινήσεις του. Τον όρο πρώτος χρησιμοποίησε ο άρχοντας Κωστόπουλος στο περιοδικό NITRO.

- Κοίτα τον Γιαννάκη, πολύ γλυκό αγορίτσι...
- Τσάμπα τα λεφτά που έδωσε ο πατέρας του στο μαιευτήριο όταν έμαθε ότι έκανε αγόρι...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Τρελαίνομαι, τα παίζω, ξεφεύγω, δεν ξέρω τι μου γίνεται, παλαβώνω, κόβω καπίστρι, χάνω τη μπάλα.

- Τον καημένο, τον παράτησε η γκόμενα, τον διώξανε από τη δουλειά, του κλέψανε το αυτοκίνητο και έμαθε ότι έχει και AIDS... Πώς να μη βαρέσει μπιέλα...

(από Khan, 21/01/14)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Μη μου κωλοτρίβεσαι. Μεταφορική πρόταση που χρησιμοποιείται όταν κάποια ή κάποιος παραφέρεται και με τις πράξεις της/του μας προκαλεί να φερθούμε ανάλογα. Όλοι καταλαβαίνουμε ποια είναι η πραγματική γκλίτσα του τσοπάνη.

Κατ' επέκταση η φράση αυτή μπορεί να σημαίνει και μην κάνεις κάτι ριψοκίνδυνο, μην παίζεις με τη φωτιά.

- Αχ Σάκη, θα έρθεις από το σπίτι μου να με βοηθήσεις με τα μαθήματα;
- Λίτσα παίζεις με τη φωτιά. Πόσες φορές σου έχω πει να μη τρίβεσαι στη γλίτσα του τσοπάνη; Θες να έχουμε άλλα;

βλ. και θυμίζω, κωλοτρίβομαι, πιπιλιέμαι

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία