Fucked
Up
Beyond
All
Recognition

Ακρωνύμιο το οποίο εικάζεται ότι εφευρέθη πριν τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο από μηχανικούς/επισκευαστές τηλεφωνικών θαλάμων, οι οποίοι φτάνοντας στον θάλαμο προς επισκευή έπρεπε να αναφέρουν την κατάσταση στα κεντρικά, συχνά μέσω πολύ κακής γραμμής άρα έπρεπε να χρησιμοποιούν σύντομες φράσεις για να ακουστούν. Η φράση σημαίνει ότι μια κατάσταση/αντικείμενο είναι εντελώς χάλια.

Η πρώτη καταγεγραμμένη περίπτωση χρήσης αναφέρεται στο περιοδικό Yank του Αμερικάνικου στρατού τον Ιανουάριο του 1944.

Παρόμοιο ακρωνύμιο είναι το SNAFU: Situation Normal - All Fucked Up με πρώτη καταγραφή το περιοδικό «Notes and Queries» τον Σεπτέμβριο του 1941.

Όπως είναι λογικό (για τη δεκαετία του '40) και οι δύο αναφερθείσες καταγραφές, δεν ανέφεραν τη λέξη fucked αλλά fouled.

- Μεγάλε άκουσα ότι έσκασες με 100 σε κολώνα χθες το βράδυ. Το αυτοκίνητο πώς είναι;
- Άσ' τα αδερφέ, FUBAR...

Το ομώνυμο κόμικ αμερικανικής στρατιωτικής Ιστορίας του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου με ζόμπι (από Khan, 27/03/14)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο ήχος που κάνουν οι παντός είδους πλαστικές παντόφλες, όταν ο χρήστης τους σέρνει τις φτέρνες του. Όπως είναι λογικό, το είδος ευδοκιμεί το καλοκαίρι και είναι ανεξάρτητο ηλικίας και φύλου, αν και οι άρρενες έχουν πλεονέκτημα λόγω μεγέθους πέλματος, αριθμού αντιπροσώπων και συνδυασμού ψευτομαγκιάς/βαρεμάρας (κάτι σαν το κρεμασμένο χέρι στο αυτοκίνητο ένα πράγμα).

Μυστήριο παραμένει η διαφορά του ήχου ανάμεσα στο δεξί και αριστερό πόδι, στην οποία οφείλεται και η διαφορά στα φωνήεντα της φράσης. Για τους άντρες, οι πληροφορίες που θέλουν τη διαφορά να οφείλεται στην τοποθέτηση των καλαμπαλικιων στην ανάλογη πλευρά άρα και μετατόπιση βάρους, αποτελούν αντικείμενο επιστημονικής μελέτης.

Η ένταση, χροιά και διάρκεια του ήχου εξαρτάται τόσο από τον χρήστη όσο και από την παντόφλα. Για παράδειγμα, οι νεότερες και πιο μοδάτες σαγιονάρες (βλ. Flip-Flop), που είναι κατασκευασμένες από αφρώδη υλικά κάνουν σαφώς λιγότερο εφέ από τις κλασσικές, ημιάκαμπτες Μιτσούκο και ΝτεΦονσέκα. Εάν δε, η παντόφλα έχει στο πέλμα «κενά» τύπου βεντούζας, είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα μαζέψει χαλικάκια τα οποία αυξάνουν το ηχητικό αποτέλεσμα, προς απόγνωση των παρευρισκομένων.
Αντίστοιχα, τα τσόκαρα και σαμπώ λόγω των υλικών κατασκευής τους, δεν μπορούν να παράγουν το φραστ-φρουστ και περιορίζονται σε υπόκωφους, στακάτους ήχους.

Όπως αναφέρθηκε το όλο εφέ εξαρτάται από τον χρήστη και την παντόφλα. Έτσι λοιπόν εκτός από τους ερασιτέχνες, καθημερινούς φραστ-φρουστέους, υπάρχει και ο απόλυτος εκπρόσωπος, λόγω του οποίου άλλωστε, δημιουργήθηκε και η φράση: ο παλιός.
Ο παλιός στρατιώτης λοιπόν και συγκεκριμένα, αυτός που θέλει κάτι μέρες να απολυθεί αλλά είναι ακόμη στο στρατόπεδο, συνδυάζει τα χαρακτηριστικά για το τελειότερο φραστ-φρουστ:
- απόλυτη βαρεμάρα (το πόδι δεν υψώνεται ποτέ πάνω από 20mm από το έδαφος)
- πλήρη αδιαφορία για τη δημόσια εμφάνισή του (απολύομαι ρε!)
- το απόλυτο όπλο, το οποίο παρέχει στον στάνταρ εξοπλισμό των μαχητών του ο Ελληνικός Στρατός: την καφέ-τσιρλί λαστιχένια παντόφλα, οι προδιαγραφές της οποίας, αποτελούν όπως αντιλαμβάνεστε ύψιστο στρατιωτικό μυστικό (κάτι σαν τεχνολογία Stealth).

Ψυχολογικές μελέτες στις τάξεις του ΕΣ μάλιστα, τείνουν στο συμπέρασμα ότι η αδιαφιλονίκητη αρχοντιά, επιβολή και αρχηγία του παλιού επί των νέων, οφείλεται σε μεγάλο μέρος στο απόλυτο φραστ-φρουστ.

Σε κάποιες περιπτώσεις, η φράση χρησιμοποιείται ως σύνθημα-παρασύνθημα μεταξύ δύο ατόμων, όπως το γνωστότερο: - «επ!» - «ωπ!».

- Ήμουνα στη σειρά για το τηλέφωνο χθες και σκάει ο Μάκης ο παλαίουρας με φανέλα, μαγιό και σαγιονάρα, φραστ-φρουστ κατευθείαν στην αρχή της ουράς... Ποιος να του μιλήσει που μετράει 4 και σήμερα;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

α. Οι νεότερες (και της μοδός) σαγιονάρες που σχεδόν στο σύνολό τους κατασκευάζονται από αφρώδες υλικό (με κάποιες παραλλαγές σε δέρμα). Σε αντίθεση με τις κλασσικές, λεπτές κίτρινες σαγιονάρες που κυκλοφορούσαν τις δεκαετίες του 70 και του 80, οι νέες διατίθενται σε άπειρους συνδυασμούς χρωμάτων και σχεδίων.
Αναβιωτές του είδους, οι εταιρίες beachwear και streetwear, πρωτοστατούσης της Βραζιλιάνικης Reef. Με το μπουμ της αγοράς, όλες οι εταιρίες αθλητικών ειδών μπήκαν στο παιχνίδι, παρασύροντας και τους μεγάλους οίκους μόδας οι οποίοι ως συνήθως έφτασαν το είδος σε επίπεδα υπερβολής.

β. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, flip-flop χαρακτηρίζονται οι περιπτώσεις όπου δημόσια πρόσωπα (ως επί το πλείστον πολιτικοί), είναι αρχικά υπέρ ενός θέματος και ξαφνικά είναι κατά (ή το αντίστροφο). Η φράση χρησιμοποιείται κυρίως σε περιπτώσεις εκλεγμένων προσώπων (Γερουσιαστές και μέλη του Κογκρέσου), όπου η αλλαγή της γνώμης τους συνδυάζεται με την αντίστοιχη αλλαγή της ψήφου τους για κάποιο νομοσχέδιο.
Τα flip-flop παίζουν μεγάλο ρόλο στις εκλογές (ως όπλο στα χέρια αντιπάλων), ειδικά όταν έχουν προκύψει για σημαντικά νομοθετήματα (π.χ. αμβλώσεις, συντάξεις, υγεία, άμυνα, μεταναστευτική πολιτική). Παράδειγμα: ο Δημοκρατικός υποψήφιος για τις προεδρικές εκλογές του 2004 John Kerry, κατηγορήθηκε ως flip-flopper λόγω των θέσεων και ψήφων του στη Γερουσία, στο θέμα του πολέμου στο Ιράκ.

Στην Αγγλία, χρησιμοποιείται η φράση: U-Turn.

  1. Φίλε είδες τα φετινά flip-flop της Volcom; Απίθανα σχέδια.

2. - Καλά, ο Τατούλης πριν λίγο καιρό δεν έλεγε ότι δεν θα υπερψηφίσει το χωροταξικό νομοσχέδιο; Πώς και το ψήφισε τελικά; - Άσε με μωρέ, αν ήταν στην Αμερική θα τον λέγανε flip-flopper!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η έντονη αντίδραση της συζύγου/φιλενάδας σε μικρά ή μεγάλα «παραστρατήματα» του συζύγου/φίλου της. Εξέλιξη της παλαιότερης φράσης: «έπεσε παντόφλα».
Από τη γνωστή (αλλά όχι ιδιαίτερα σικ) μάρκα παντοφλών De Fonseca, η φράση χρησιμοποιείται σε περιπτώσεις όπου το αρσενικό του σπιτιού διαπράττει λόγω ή έργω αδίκημα έναντι της συζύγου/σχέσης του. Η απόκλιση από την επιτρεπόμενη (εκ της συζύγου φυσικά!) συμπεριφοράς μπορεί να είναι:
μικρή: - Πάλι δεν πέταξες τα σκουπίδια;
μεσαία: - Γιατί κοιτάς τη δεκαεννιάχρονη απέναντι;
μεγάλη: - Με ποιαν «έβλεπες το ματς» στο Baalux χτες;
τεράστια:- Με την καλύτερη μου φίλη ρε καθίκι; (ως γνωστόν το «φταίει ο ΟΤΕ» δεν πιάνει!)

Όπως αντιλαμβάνεται κανείς, η παραπάνω κλιμάκωση είναι σχετική και η σημαντικότητα εξαρτάται απολύτως από την κάθε γυναίκα (βλ. θεωρία του χάους και ατέρμονες προσπάθειες κατανόησης της λειτουργίας του γυναικείου μυαλού με λογικές μεθόδους).

Το «έπεσε ΝτεΦονσέκα» χρησιμοποιείται συνήθως από φίλους του θύματος (καμία γυναίκα δεν χρησιμοποιεί εύκολα μια φράση που υποδεικνύει old school κατινιά τύπου παντόφλας, εκτός αν γίνεται χιουμοριστικά ή με τις φίλες της) και συνοδεύεται με το κατάλληλο ύφος και χροιά φωνής:
α. Επιθετικά σε έντονο ύφος για να συνέλθει το θύμα και να δείξει τσαγανό
β. Με περίλυπο ύφος για να υποδηλώσει κατανόηση και αλληλεγγύη
γ. Γελώντας για να δώσει ελαφρύ τόνο στην κατάσταση.

Σε κάθε περίπτωση, η φράση χρησιμοποιείται ως γενικός όρος για την «τιμωρία» στην οποία υπόκειται το θύμα ανεξαρτήτως εάν η τιμωρία αυτή εκφράζεται με λόγο, χειροδικία ή άλλη έκφραση θυμού εκ μέρους της «αδικημένης» (π.χ. ρούχα στο δρόμο, γρατζούνισμα αυτοκινήτου, CD στην πυρά, κλπ.)

Γενικό: - Άσε Μήτσο, θυμάσαι που βγήκαμε το Σάββατο οι αντροπαρέα και γυρίσαμε στις 5; Έπεσε μια ΝτεΦονσέκα την Κυριακή, άλλο πράμα…

Επιθετικό: - Ξύπνα ρε μαλάκα Τάκη που σου ’χει ρίξει τη ΝτεΦονσέκα της αρκούδας η γκόμενα! Σχόλασέ την!

Συμπάσχoν: - Σε καταλαβαίνω Γιώργο. Χτες δεν έβαλα πλυντήριο και μού ’ριχνε ΝτεΦονσέκα η Μαρία όλο το βράδυ…

Χιουμοριστικό: - Μάγκες θα μαζευτούμε σήμερα να δούμε μπάλα ή θα πέσει ΝτεΦονσέκα;

Δες και ρίχνω, τρώω, πέφτω.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κυρία, συνήθως νεόπλουτη, με μαλλί kevlar (ξανθή έκδοση) ή carbon fiber (καστανή έκδοση), συχνότατα κακή οδηγός, με φουλ σετ αξεσουάρ (τσάντα LV, χρυσαφικά, Rolex, γυαλιά μάσκα αερίων με στρας), η οποία οδηγεί Mercedes «μεγάλης» σειράς που της έχει πάρει ο σύζυγος, με τον ίδιο τρόπο που κάνει κομμωτήριο και κουτσομπολεύει: με μεγάλη διάρκεια και ιδιαίτερα αμφίβολο αποτέλεσμα.

Οι Μερσεντοσουσούδες συχνάζουν συνήθως στο Κολωνάκι όπου ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες αναφέρουν σχετική φωλιά στην περιοχή. Οι παλαιότερες οδηγούν «κούρσες» αλλά έχουν πληθύνει ανησυχητικά οι περιπτώσεις με μεγάλα SUV, χωρίς να περιορίζονται αναγκαστικά σε οχήματα με το αστεράκι στο καπώ (230, X5, X3, Tuareg, Cayenne).

Μπορεί εμφανισιακώς να μοιάζουν του σαλονιού, αλλά μέσα τους κρύβουν την πεμπτουσία του μικροαστισμού, της κατινιάς και του νεοπλουτισμού, όπως μπορεί κάλιστα να διαπιστώσει κανείς αν «κοντραριστεί» προφορικώς μαζί τους στο δρόμο.

Εναλλακτική: Μπεμβεδοσουσού (με όχημα BMW). Τελευταία, απαντώνται νεότερες ηλικιακά εκδόσεις με ύφος τσαμπουκαλίδικο και πιο σπορ εκδόσεις αυτοκινήτων, περιλαμβανομένων SLK (φυσικά!) Audi TT, Mazda RX-8 και MX-5, Z3 καθώς και διάφορα είδη μεσαίων SUV.

  1. Σίγουρα παράδειγμα προς αποφυγή.

  2. - Τι έπαθες ρε Μήτσο;
    - Πήγαινα με τη μηχανή και μου πετάχτηκε μια Μερσεντοσουσού από ένα στενό... κόντεψε να με λιώσει η ρουφιάνα. Είχε και στοπ και μου ζητούσε και τα ρέστα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Στην περιοχή της Άμφισσας Φωκίδος, η κουτή:
κουτή -> κουτάσω -> κ'τάσω.

Η λέξη χρησιμοποιείται και πέριξ της Αμφίσσης και πιθανώς να είναι γνωστή (όμοια ή με παραλλαγές) στην ευρύτερη περιοχή της Ρούμελης.

- Η Γεωργία μου είπε ότι την Ανάσταση έπιασε ένα δυναμιτάκι που βρήκε κάτω και έσκασε στα χέρια της...
- Αυτή η κοπέλα είναι ντιπ κ'τάσω... (ντιπ: εντελώς)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κατά περίπτωση:

  1. Ο νέος στρατιώτης, άρτι αφιχθείς στην Μονάδα κατά τις πρώτες του υπηρεσίες ως θαλαμοφύλακας (θαλαμόσκυλο).

  2. Υποτιμητικός τίτλος για στρατιώτη (νεότερης συνήθως σειράς), ο οποίος το παίζει «στρατηγός». Συνηθισμένη περίπτωση: νέος υποδεκανέας ο οποίος επιδεικνύει το τσατσόσημό του.

- Φιλαράκο για πρόσεχε γιατί είμαι υποδεκανέας...
- Ρε σειρές, κόψτε τον ψαρά τον ανθυποαρβυλοφύλακα που νομίζει ότι έγινε Α/ΓΕΣ!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Υποτιμητικός χαρακτηρισμός για στρατιώτη ο οποίος με ίδια μέσα (γλείψιμο) ή εξωτερική βοήθεια (βύσμα), βρίσκεται υπό την προστασία ενός ή περισσοτέρων αξιωματικών και χαίρει ασυλίας από τις αγγαρείες, τις δύσκολες ή βαριές δουλειές και τις υπηρεσίες. Αντιστοίχως παίρνει προτεραιότητα σε συχνότητα και διάρκεια αδειών και εξόδων.

Εναλλακτικά: τσατσόνι, αρχιτσάτσος.

- Σειρά, θα πάρεις άδεια;
- Μπα, ο αρχιτσάτσος ο Μήτσος έχει καβατζώσει εικοσαήμερη και μ' έχουν χώσει να κάνω τις υπηρεσίες του.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κρέας το οποίο έχει διατηρηθεί σε χαμηλές θερμοκρασίες στις αξιόμαχες καταψύξεις του Ελληνικού Στρατού. Ονομάζεται έτσι για δύο λόγους:

  1. η ημερομηνία κατάψυξής του, εκτιμάται από τους στρατιώτες ότι είναι γύρω στην περίοδο του πολέμου της Κορέας (άντε του Βιετνάμ)

  2. παρά τις όποιες φιλότιμες προσπάθειες των μαγείρων, χρειάζεσαι αλυσοπρίονο για να το κόψεις ακόμη και μετά από 6 ώρες στο φούρνο.

Σε θαλασσινά είδη (εκτός εξαιρέσεων), το αντίστοιχο φαγητό ονομάζεται Μόμπυ Ντικ, για προφανείς λόγους.

- Σειρά, έφαγες τον Γκοντζίλα το μεσημέρι;
- Άσ' τα φίλε, έβγαλα την ξιφολόγχη και πάλι δεν κατάφερα να το κόψω...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Προσφώνηση για τους στρατιώτες των Διαβιβάσεων με ειδικότητα χειριστών τηλετύπου (telex), λόγω της συνήθειας τους να περνάνε τις διάτρητες, κίτρινες κορδέλες του τηλέτυπου στον λαιμό τους, μοιάζοντας έτσι με μοδίστρες που κρατάνε στο ίδιο σημείο τις μεζούρες.

Εναλλακτικά: Κορδελιάστρες.

Ρε σειρά, πήγα στο ΚΕΠΙΚ χτες να πάρω τηλέφωνο και μια μοδίστρα δεν με άφησε να μπω. Θα τον πήξω αύριο τον ψαρά.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία