Έκφραση που ακούγεται συχνά κατά τη διάρκεια γεύματος που περιλαμβάνει το έδεσμα «αμελέτητα». Διατυπώνεται ως παράκληση από συνδαιτυμόνα που βρίσκεται σε απόσταση από το συγκεκριμένο έδεσμα, σε συνδαιτυμόνα που το έχει μπροστά του. Συχνά ακούγεται και σε πασχαλινό τραπέζι στο χωριό.

Ρε Γιωργάκη, μιας και τά 'χεις μπροστά σου, τσίμπα ένα αρχίδι...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Έκφραση που χρησιμοποιείται για να υποδηλώσει την ισχυρή σύνδεση της αφραγκίας με τον αλκοολισμό, αλλά και με συγκεκριμένο τύπο οινοπνεύματος (ο αλκοολικός μεγιστάνας δεν πίνει μπύρα, πίνει Henessy).

- Κοίτα τον Θανάση, νοίκι δεν έχει να πληρώσει, 10 κάιζερ χτύπησε πάλι...
- Τι να πεις, όπου φτωχός κι η μπύρα του...

(από Khan, 22/01/14)(από Khan, 12/09/14)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Πραγματικά παλιός φαντάρος, ο οποίος αφενός απολύεται σε διάστημα μικρότερο του μηνός (λελέ), αφετέρου έχει βαρύνει τόσο που οι αντιδράσεις του εντός στρατοπέδου μπορούν να συγκριθούν μονάχα με τις κινήσεις του εν λόγω χαριτωμένου θηλαστικού («ελέφας»). Άλλη μία ευκαιρία να απονείμουμε τα εύσημα στον ΕΣ για τη συμβολή του στον πλούτο της ελληνικής γλώσσας...

- Σήκω ρε μεγάλε, έχουμε φρουρά
- Ρε στραβάδι, 12 και σήμερα, πού να σηκωθώ ο λελέφας...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ανεπίσημος στρατιωτικός όρος που αποδίδεται στο νησί της Σάμου από τους φαντάρους που υπηρετούν ή έχουν υπηρετήσει εκεί (βλ. επίσης και Ουγκάντα). Η πλέον κυρίαρχη εκδοχή για την προέλευση του ορισμού σχετίζεται με την πραγματικά οργιώδη βλάστηση του νησιού.

- Ρε σειρά, πού πας μετάθεση;
- Ζούγκλα φίλε, ευτυχώς που γλίτωσα τη γκατζολία...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Συντομογραφία της έκφρασης «πίτσα, μπύρα, μπάλα», της αδιαίρετης και ομοουσίου Αγίας Τριάδας που κατέρχεται ως επιφοίτηση στις αντροπαρέες (κυρίως) τις Τριτοτετάρτες τη χειμερινή σεζόν (βλ Champions League), αλλά συχνά και το καλοκαίρι, σε περιόδους Euro & Mundial. Ορκισμένοι εχθροί του «π.μπ.μπ.» είναι οι γκόμενες (πιασμένες και αδέσμευτες) και οι διανομείς πίτσας.

- Πω, πω, ζέστη αδερφάκι μου, πάμε καμιά παραλία για ποτάκι…
- Ρε μάγκα, είσαι τρελός, έχουμε κανονίσει π.μπ.μπ. με τους άλλους, έχει ματσάρα Ακτή Ελεφαντοστού – Σαουδική Αραβία…

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η Σαμιώτισσα γκομενίτσα-πιπίνι, απωθημένο όλων των μη ντόπιων φαντάρων που υπηρετούν στη Σάμο (γνωστή και ως ζούγκλα). Χαρακτηριστική συμπεριφορά της ζουγκλίτσας να είναι άφαντη κατά τη διάρκεια της εξόδου των φαντάρων και να εμφανίζεται με πύρκαυλη εμφάνιση στα φανταρομάγαζα περίπου 11-15 λεπτά πριν μαζευτούν για το στρατόπεδο οι εξοδούχοι φαντάροι, με αποτέλεσμα οι τελευταίοι να παίρνουν έξτρα δουλειά για τη σκοπιά. Προκαταρκτικές μελέτες έχουν δείξει ότι η συνεύρεση ζουγκλίτσας με μη ντόπιο φαντάρο (ο οποίος σε λίγους μήνες θα απολυθεί και μην τον είδατε τον Παναή) προκαλεί μοιραία αλλεργική αντίδραση στις ζουγκλίτσες, με αποτέλεσμα να την αποφεύγουν όπως ο διάολος το λιβάνι. Αφηγήσεις που αναφέρονται σε φασώματα φαντάρων με ζουγκλίτσες θα πρέπει να θεωρηθούν στρατιωτικοί μύθοι (military legends), κατ’ αντιστοιχία με τους αστικούς μύθους (urban legends).

- Πω, πω, ρε φίλε, είδες πως με μπάνιζε το πιπινάκι; Το έχω χαλαρά!
- Καλά, τραγούδα, ζουγκλίτσα είναι, άμα την ξαναδείς να με χέσεις, άκου τον παλιό…

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κατηγορία γκόμενας που έχει αφομοιώσει και μετεξελίξει την έννοια του φεμινισμού. Δυναμική και γλωσσοκοπάνα, παίρνει τον αέρα από το πρώτο δευτερόλεπτο από οποιονδήποτε άντρα συναναστρέφεται και προσπαθεί αέναα να αποδείξει πως μία κοπέλα μπορεί να κάνει με άνεση και τα πιο δύσκολα πράγματα που μπορεί να κάνει ένας άντρας. Κατά συνέπεια, ορισμένες από τις πλέον χαρακτηριστικές συμπεριφορές αναγνώρισης της girl power γκόμενας είναι:
- πάει μόνη της διακοπές με σκηνή και συφιλιάζεται όταν κάποιος άντρας της υποδεικνύει πώς να τη στήσει (ακόμη κι αν βάζει τους πασσάλους πριν τις μπανέλες),
- σε κάθε περίπτωση επιμένει να οδηγάει αυτή αμάξι και παίρνει ανάποδες όταν κάποιος άντρας προθυμοποιείται να της κάνει κουμάντο για να παρκάρει,
- ενώ έχει την κατατομή της Όλιβ, προσπαθεί να σηκώσει βάρη που σηκώνει στο ζετέ ο Καχιασβίλι και (φυσικά) δαιμονίζεται όταν κάποιος άντρας προσφέρεται να τη βοηθήσει στο κουβάλημα.

- Ρε Γιάννη, δεν τη βοηθάμε λίγο τη Μαιρούλα να παρκάρει να φεύγουμε;
- Τρελός είσαι, κουμάντο στη Μαίρη την girl power;;; Τη θέλω τη ζωή μου…

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αυτός που πιστεύει και υπηρετεί τον πούτο, το μουνί στην κυπριακή. Ιδιαίτερη σημασία έχει η κυπριακή προφορά της λέξης, που αν προσπαθήσουμε να την αναπαραστήσουμε γραπτώς θα ήταν κάπως έτσι: πππππουτττόππππιστος.

Συνώνυμα: μουνοείλωτας, μουνόδουλος

- Θα 'ρθεις στου Κώστα το βράδυ; Παίζει ο Θρύλος και έχουμε κανονίσει π. μπ. μπ.
- Δε νομίζω ρε, θα πάμε με την Αννούλα σινεμά, στο καινούριο της Μεγκ Ράιαν…
- Πόσο πουτόπιστος μπορεί να είσαι…

Σχετικά: μουνοσαλιάρης, μουνοτρέχας, χαζομούνης

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Έκφραση-απάντηση σε άτομο που έχει κολλήσει σε άποψη που (σύμφωνα με τον συνομιλούντα) δε στέκει, άλλα επιμένει να τη στηρίζει φανατικά και μονολιθικά.

Συνώνυμα: καλά, ό,τι πεις - ζήσε στην κοσμάρα σου - έτσι είναι, αν έτσι νομίζετε - με αυτό το πλευρό να κοιμάσαι.

- Δεν το βλέπω να περνάει τη Μπάρτσα ο Αστέρας Τρίπολης...
- Τι λες ρε μεγάλε, διπλό στο Καμπ Νου με Τσέζαρεκ σου λέω!!!
- Άντε καλά, τραγούδα εσύ...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Πατρινή βρισιά, αγνώστου (σε εμένα) προελεύσεως. Αν δεν ακούσει κανείς τον Ηλία το μάστορα (τον μοκετά) να την εκστομίζει, δεν μπορεί να κατανοήσει το νόημά της...

(Ηλίας): Ρε πού στο διάολο θα τρέχουμε Αγιοβασίλη βραδιάτικα να βάλουμε μοκέτες, γαμώ το μουνί της οικογένειάς του...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία