Κατατροπώνω, επιβάλλομαι σε κάποιον κατα κράτος, τον ξεφτιλίζω, τον διασύρω. Σε καπασίγμα, πανηγυρική και αυτάρεσκη ατάκα, που προφανώς προϋποθέτει κάποιου είδους ανταγωνιστικά συμφραζόμενα. Κυκλοφορεί όμως και στο παθητικό: γίνομαι τσόντα.

Δεν με καταλαβες για τον κοκκινο δρακο. Ειμαι αρκετα ποιο μακρια απο αυτο το σημειο. Απλα την ωρα που πηγαινα στην πεταλουδιτσα (επι ευκαιρια την εκανα τσοντα πραγματι σε 2 δοσεις και το club +5 μου) ο κοκκινος δρακος πλεον ΔΕΝ μενει σταθερος ποτε.

(από συζήτηση αρπιτζάδων, εδώ)


Με πουτανα αντιπαλος παιζω πολυτελειας
οι ριμες σου ειναι ο ορισμος της μαλακιας
η πουτσα μου κ αν στραβωσε εχω ακομα στυση
και ετοιμασου σκαει ο Παναγιο να σε γαμησει

Σε εχω κανει τσοντα μονος μου μικρε στα ταγκ
που ησουνα τοσο καιρο μηπως στο 9gag
εγω δεν ειμαι μαγκας μονο πισω απ το πισι μου
σου το χω ξαναπει δεν ξερω μην μπλεκεις μαζι μου

(χιπχοπάς, εδώ)


παρατα τα κατεβασματα και τρεχε με τσιτωμενο αμαξι........θα μας κανεις τσοντα

(αυτοκινητάκιας, εδώ)

Στην κυριολεξία, απ' την άλλη, σημαίνει βέβαια γαμάω κάποιον βρόμικα, σκληρά, χυδαία, πιο πρόστυχα πεθαίνεις, όπως έχουν μάθει τ' αγοράκια απ' τις τσόντες δηλαδή (για τα κοριτσάκια δέ λέμε, γιατί διαβάζουν και μπαμπάδες). Τυπικό κοκόρεμα γαμιάδων.

- Τί λέει αγόραρε;
- Χθεσινός ειμαι ρε μαλάκα.
- Ότι;
- Έπαιξε Φιφή χθές ρε.
- Οοοότι;...
- Ε έσερν' η κοπέλα, ήρθ' απ' το σπίτι, την έκανα τσόντα πάλι· μέχρι να ξαλαφιάσει, να φύγει ο τρόμος, να σταθεί παλι στα πόδια της χωρίς μετασεισμούς, να κάνει και αφρόλουτρο να φύγουνε τα χρώματα να ξεμπουκώσουν πάλ' οι πόροι να ξεμπλέξει και μαλλί απ' τα ζελέ και τα λοιπά, έ, ξημερώσαμε... τί θες να μάθεις δηλαδή;
- Τον ωροσκόπο της.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Φλυαρώ, πολυλογώ, φαφλατίζω. Ηχομιμητικό της καθομιλουμένης.

Κοντινά: παπαρολογώ, μπούρου-μπούρου, αβέλω νάψες

Παλιά έβλεπα σαν μανιακή σειρές στο pc, τώρα με το παιδί δεν προλαβαίνω αλλά κάθε βράδυ βλέπουμε στην τιβι και του λέω τί γίνεται και τρελαίνεται! Για το δε τηλέφωνο, άμα τύχει να μπλαμπλαδίζω με φίλη (λίγο σπάνιο) αποκοιμιέται ενώ με βλέπει!

εδώ


Τόση ώρα μπλαμπλαδίζω χωρίς να έχω καταλήξει σε έναν απόλυτο ορισμό για την έννοια αυτής "της απόλυτης αγάπης".

εδώ


η ιστορια εχει ως εξις''ασ παιανιας με γιογκα διαφορων ειδων διαλογισμο και ολα τα απαραιτητα για να δημιουργηθει το απαραιτητο αισθημα του ανθρωπου που τελικα βρισκει τον θεο μεσα του εξω του και οπου αλλου.Αφου μας τελειωνει η γιογκα του διαλογισμου του σκετου χωρις ασκηση δηλαδη μπαινει στην αιθουσα μια θεοπνευστη κυρατσα να μιλησει οπως ειπε για τα προ βληματα χωρου του ασραμ,γιναμε πολλοι και δεν μας χωραει ο τοπος!!!!!αφου μπλαμπλαδιζε τις απειρες μπουρδες δια το οτι ο χωρος ειναι δια ολους τους πιστους κτλ(στο ονομα βεβαια καποιας κυριας η και περισοτερων απο δαυτους)αρχισε να πιεζει αφορητα για τον πληστηριασμο ενως κοσμηματος απο δωρεα μια αλλης λειψης στο μυαλο το οποιο πωληθηκε σε κυριο προβληματικο στην τιμη των 3000 ευρω μονο αυτο το διπλανο οικοπεδο που ηθελαν να αγορασουν για να απλωθουν στοιχιζε βεβαια κατιτις παραπανω αλλα οπως λεει και η παριμοια 'φασουλι φασουλι γεμιζει το σακουλι'και απο οτι φανταζομαι θα γεμισε συντομα...μια και ειναι και χορτοφαγοι οι ανθρωποι...εως εξω σε φτανουν προσπαθοντας να σου πουλησουν μεχρι και λαχανικα οχι για τα χρηματα βρε παιδια αλλα για την οικολογια ρε γαμωτο....

εδώ

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αυτός που είναι άξεστος, αστοιχείωτος, ακαλλιέργητος, αγράμματος, αμόρφωτος, ανίδεος, απολίτιστος. Όχι απαραίτητα τόσο όσο να τον πεις κάφρο, αλλά ίσως και να είναι καθοδόν προς αυτήν την κατεύθυνση.

Η λέξη βγαίνει βέβαια από το στερητικό α- και το κουλτούρα. Κοντινής σημασίας λέξεις είναι βλάχος και χωριάτης, γιουρούκι, κάγκουρας, ντουβλούκι, και όπως είπαμε, και κάφρος (προσέξτε πώς όλες τους προσεγγίζουν την ίδια έννοια με τρόπο θετικό, χωρίς δηλαδή στερητικό άλφα). Κάποιον που κάθε άλλο παρά ακούλτουρος είναι, θα τον πούμε από κουλτουριάρη έως και ψώνιο αν θέλουμε πάλι να τον ειρωνευτούμε, ή γνώστη και ότι τό 'χει, αν θέλουμε να δηλώσουμε τα σέβη μας.

Μια και μας διαβάζουν πολλοί (φίλοι και εχθροί) να τους αφιερώσουμε κάτι κουλτουριάρικο. Έτσι, μη μας πούνε και ακούλτουρες. >:D

από φόρουμ

Μετά απ’ όλα αυτά, έρχεται η συγγραφεύς Δημουλίδου (αναλαμβάνω την ευθύνη να αυτομαστιγωθώ δημοσίως, δηλώνοντας ο ακούλτουρος ότι δεν το ήξερα το κορίτσι μέχρι σήμερα) και διαμαρτύρεται για τις δανειστικές βιβλιοθήκες, διότι ο δανεισμός του βιβλίου κάνει κακό στις πωλήσεις, όπως καλή ώρα η πειρατεία στη μουσική.

από ιστολόι

Δεν γίνεται, όμως, να προσπεράσω αυτήν την άκρως ελιτιστική αντιμετώπιση των φερόμενων ως «έργα τέχνης» ως public art, μίας ιδιαίτερης έκφρασης δηλαδή της τέχνης. Η οποία, κατά την άποψή τους [...] είναι φτιαγμένη για τον «πολύ» κόσμο. Ο οποίος τι; Είναι ηλίθιος, ακούλτουρος, καταλαβαίνει την τέχνη μόνο όταν είναι τσάμπα;

από ιστολόι

Η καγκουριά που έχει ο ακούλτουρος έλληνας φέρι αφενός 56%ΦΠΑ αγορά κράνους και αφετέρου τους καγκουροδηγούς δικύκλου να δυσφημούν το δίκυκλο με την νοοτροπία τους και την συμπεριφορά τους επηρεάζοντας την κοινή γνώμη ότι η μηχανές είναι σκοτώστρες (σαν τον chack noris)

από φόρουμ

- Και να ρωτήσω το αυτονόητο.Γιατί δεν είσουν με τις Τσέχες αλλά τις Εσθονές..? :? (χμμ...) (χμμ χμμ...)
- Χα, δν έχεις δει εσθονές γι'αυτό ρωτάς. Όπως και να 'χει απλώς γνωριστήκαμε εντελώς άκυρα και ήταν γαμώ τα παιδιά και μπορούσες και να μιλήσεις μαζί τους. Οι Τσέχες που γνώρισα γενικά ήταν πιο ακούλτουρες και είχαν πιο συγκεκριμένα πράγματα στο μυαλό τους τα οποία εγώ και η μονογαμική φάση μου δν μπορούσαμε να εκτιμήσουμε.

από φόρουμ

Σε λιγότερο, αλλά πάντα κακόσημες χρήσεις, το ακούλτουρος δεν αναφέρεται απαραίτητα σε φυσικά πρόσωπα και εκφράζει έλλειψη οτιδήποτε ενδέχεται να σημαίνει κουλτούρα στα εκάστοτε συμφραζόμενα. Στα παραδείγματα, έλλειψη συγκεκριμένης νοοτροπίας και (ειρωνικά) έλλειψη ανάπτυξης / τριτοκοσμικότητα.

Ο λαός επικροτεί, λέει η τηλεόραση, τη συνεργασία, ο λαός έδωσε εντολή, λέει η τηλεόραση, για συνεργασία, ο λαός μας δεν μπορεί άλλο ακυβέρνητος, υπογραμμίζει η τηλεόραση. Είναι τέτοια η δίψα της κουλτούρας για συνεργασία που, αμέσως μετά το κλείσιμο της κάλπης και τα πρώτα επίσημα αποτελέσματα που έδειχναν νικητή το κεντροδεξιό συνονθύλευμα, ασκήθηκε πίεση από τους οικοδεσπότες των συζητήσεων στους εκπροσώπους του Σύριζα για συμμετοχή στο (εθνικό) κυβερνητικό σχήμα [...] Ο Σύριζα δεν ενέδωσε, ακούλτουρος συνεργασίας. Θέλει να αναπαυτεί στη βολική θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ανεύθυνος καθώς ήταν πάντα και είναι και σήμερα, άρχισαν να σχολιάζουν τα νέα φυντάνια της Ιπποκράτους.

από ιστολόι

κάτι μου λέει πως στις χώρες της κεντρικής Ευρώπης, τις πτωχές και ακούλτουρες, οι εργοδότες δεν ασχολούνται μόνο με τη λεύκανση οδοντοστοιχιών και τα βιτριολικά “Ξέρει Ποιος”.

από εδώ

Την λέξη την πρωτάκουσα τη δεκαετία του 2000 και θα μου έκανε έκπληξη αν είναι πολύ παλιότερη.

Σε άλλες γλώσσες: philistine (αγγλικά), Banause (γερμανικά), που δεν είναι κι αυτές κουβέντες για αμιγώς αργκοτικά περιβάλλοντα. Όπως και το ακούλτουρος θα το πει συχνά ο κουλτουριάρης, έτσι και το φίλιστιν θα το πει συχνά κάποιος που θα πάρει αφορμή για να σου μιλήσει για τον Σαμψών και τη Δαλιδά, ή το μπανάουζε κάποιος που ξέρει ότι ετυμολογείται απ' το ελληνικό βάναυσος. Κάποιος σαν εμένα δηλαδή. hά.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Μου έρχεται η διάθεση και συμπεριφέρομαι ανόητα, και κάνω πράγματα που σε κανονικές συνθήκες θα θεωρούσα ασόβαρα ή και ανάρμοστα. Κανονικά δεν είμαι έτσι, ξες, απλά κάτι παίχτηκε, κάποια περίεργη συναστρία ρε παιδί, και θέλω να κάνω καραγκιοζιλίκια ή να πετάω κρυάδες χωρίς να μπορώ να σταματήσω και χωρίς να δίνω λογαριασμό και σε κανέναν. Ξες... γιατι κανονικά, είμαι πολύ-πολύ σοβαρός άνθρωπος.

Συνώνυμα: με πιάνει η μαλακία, κουτουρντίζω, παρανοώ, συνήθως λέγεται για καταστάσεις γέλιου και χαβαλέ. Η σύνταξη θυμίζει τα με πιάνει βήχας / λόξιγκας / νευρικό γέλιο (όλα τους αθέλητα!), αλλά δέον να σημειωθεί ότι -παρά τη στάνταρ έκθλιψη στον προφορικό λόγο, με πιάν' η βλακεία- εδώ έχουμε οριστικό άρθρο: ή βλακεία, όχι οποιαδήποτε βλακεία -αν και συχνά λέγεται και με πιάνει μιά βλακεία για έμφαση, με το μια τονισμένο.

Μετά το "Hesame mucho" του μπαμπά μας, πέταξε ατάκα και η μαμά (εγώ δηλαδή): "Πώς λέγεται η πάνα που έχει πάνω χαρακτήρες του Sesame street? Hesame street!!!!" (Ναι, μας έχει πιάσει η βλακεία μας.)

από ιστολόι

χωρις να σκεφτεσαι, πως να καθησεις, τι θα πεις, πως θα το πεις, αν θα κλαψεις αν θα γελασεις, αν θα σε βλεπει τις ωρες που θα σε πιανει η βλακεια κ θα λες χαζομαρες ή οταν θα σερνεσαι στο πατωμα.

από το ζου τζι αρ

Τους έπιασε η βλακεία όταν μπήκα (ήδη άκουγα τα γέλια πριν χτυπήσω το κουδούνι) και άλλαζαν τα ονόματα εκείνη την στιγμή, ενώ ξεκίνησαν να λένε τα κανονικά τους.

από το μπουρδέλα κομ

- Τι ακραία μουσική ακούτε τώρα;
- Δε ξερω, ειμαι εδω με ενα φιλο και μας εχει πιασει η βλακεια και ακουμε Κατη ολη μερα

από φόρουμ

Έτυχε μια φορά στα σαράντα ενός συγγενικού προσώπου να ακούσω μια θεια μου να κλαίει και έπεσα κάτω από τα γέλια. Επίσης στο τέλος μιας πολύ κουραστικής ημέρας αν είμαι με κανένα συνάδελφο ή κανένα φίλο με πιάνει η μαλακία και αρχίζει το σπαστικό γέλιο με το παραμικρό και δεν τελειώνει με τίποτα, λες και έχω καπνίσει φούντα.

από φόρουμ

Συχνή η κρίση βλακείας στους έλληνες, θεμελιακό συστατικό του χιούμορ των οποίων φαίνεται να είναι ακριβώς η σάχλα, η εγνωσμένη κι εσκεμμένη ανοστιά ή και χοντράδα, και συχνά το ψυχαναγκαστικό λογοπαίγνιο επιπέδου αθλητικογραφίας / φροντιστηρίων μέσης εκπαίδευσης / γυράδικων της Θεσσαλονίκης... Με άλλα λόγια, αυτά που απαρτίζουν τη λεγόμενη σεφερλίτιδα (εξού και άξιος ο Μάρκος). Όχι βέβαια ότι το ελληνικό χιούμορ δεν έχει και άλλα βασικά συστατικά -άλλη κουβέντα αυτό.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το ηλεκτρονικό παιχνίδι Call of Duty, ένα δημοφιλέστατο φερστ πέρσον σούτερ για υπολογιστή και κονσόλες.

Ενδιαφέροντας, βρίσκω, εξελληνισμός, καθότι «κολοβιούτι» και όχι «κολοντιούτι» (< call o' duty), όπως ίσως θα περίμενε ένας αγγλομαθής. Παιδική κουβέντα.

Τις περιμένουμε να τελειώσουν και καθόμαστε στη γνωστή από πέρσι καφετερία “Sportcafe”. Ο Λάμπρος παίζει στα μηχανάκια του internet με το κολοβιούτι κι εγώ με τον καφέ μου χρησιμοποιώ το WiFi της καφετερίας για να μπω στις σελίδες μου και να κάνω τις δουλειές μου. από ιστολόι

Να μη σας τα πολυλογώ, «συμπάσχω» με τον γιο μου, Λάμπρο, που σαν... φαντάρος στο στρατό μετρά τις μέρες και τις ώρες μια - μια, μέχρι να 'ρθει εκείνη που θα του φέρει το παιχνίδι Call of Duty7 που περιμένει τόσον καιρό για το πλέι στέισον.
Φοβερό, υπόσχονται οι κατσκευαστές του, που φρόντισαν έγκαιρα να... ρίξουν στο You Tube τα βιντεάκια τους με το περιεχόμενο του νέου «κολοβιούτι». Έτσι το λέω και γελά η Ειρήνη. Προφανώς δεν έχει καμιά σχέση η προσφορά μου με την πραγματική ονομασία του παιχνιδιού Call of Duty Black Ops που έχει ξετρελάνει τους πιτσιρικάδες σε όλο τον κόσμο.
Στο e-shop όμως που πήρα για να το παραγγείλω τηλεφωνικά πριν τρεις εβδομάδες μια χαρά το κατάλαβαν. Όπως και χθες που τους πήρα να τους ρωτήσω αν ήρθε στην Ελλάδα το παιχνίδι.
από εδώ

Κολοβιούτι στο Psvita

από το γιουτιούμπ

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Επίθημα που κατεξοχήν αναφέρεται σε αυτοκίνητα ή σε γυναίκες: επίθημα για άντρες.

Στην πρώτη περίπτωση αφορά την κίνηση των τροχών του τουτού και αντικαθιστά έτσι το επίθημα -κίνητο (μπροστοκίνητο, πισωκίνητο, τετρακίνητο) της καθομιλουμένης.

ολα τα αυτοκινητα εχουν την χαρη τους και αλλα φτιαχτηκαν να ειναι μπροστινα αλλα πισινα και αλλα τετρακουνες

από φόρουμ

Στη δεύτερη περίπτωση αναφέρεται στα οπίσθια της κυρίας, και αποτελεί έτσι συνώνυμο του -κώλα, αλλά με θετικότερες συνδηλώσεις. Έλκει σαφώς από την κινησιολογία που κατά το κλισέ παρατηρείται σε θελκτικά θήλεα, όρα σεισοπυγίς, σεινάμενη-κουνάμενη, τσακίσματα-κουνήματα και τοιαύτα κλασικά. Δεν είναι και πολύ διαδεδομένο, αν και έχουμε στο σάιτ ήδη τη χαμηλοκούνα, πάντως θα μπορούσε ν' ακουστεί ας πούμε το εξής:

- Λέλοοοο... Μωρουλίνιιι;... Θα έρθεις να μου ανεβάσεις το φερμουάαααρ;...
- Τουρλοκούνα μου εσύ... κάτσ' κατεβάσω μία το δικό μου και βλέπουμε.

Καθότι δηλωτικό θηλυπρέπειας, χρησιμοποιείται εύλογα και για άνδρες ομοφυλόφιλους.

ΤΕΤΟΙΑ ΜΟΥΝΑΡΑ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ ΑΛΗΘΙΝΟΥΣ ΑΝΤΡΕΣ ΜΕ ΣΤΑΝΤΑΡ ΠΟΥΤΣΟΥΣ ΓΙΑ ΝΑ ΤΗΝ ΞΕΣΚΙΖΟΥΝ. ΚΑΙ ΒΕΒΑΙΑ ΔΕΝ ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ ΤΗΝ ΙΚΑΝΟΠΟΙΟΥΝ ΟΙ ΦΛΩΡΟΙ ΤΟΥ ΚΩΛΟΝΑΚΙΟΥ ΚΑΙ ΟΙ ΠΙΣΩΚΟΥΝΕΣ ΣΤΗ ΜΥΚΟΝΟ

από τσοντοσάιτ

Προφανώς, η σχέση γκόμενας και αυτοκινήτου, όπως αυτή συλλαμβάνεται στο τυπικό φαντασιακό του σημερινού ανδρός, κατά τα δημοφιλή περιοδικά(...), είναι τόσο καλά σφυρηλατημένη, ώστε τα όρια μεταξύ -κίνητου και -κώλας συχνάκις να συγχέονται —επίτηδες-ξεπίτηδες, το ίδιο πράμα.

Οι καλύτερες γκόμενες όπως και τα καλύτερα αυτοκίνητα,είναι πάντα πισωκούνες.

από τουίτερ

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο άφραγκος, ο μπατίρης, αυτός που 'χει ξεμείνει από λεφτά, που 'χει μείνει ταπί. Γενικότερα, ο φτωχός.

  1. Παντα ετσι δεν κανουν ολοι; Να κερδισουν το ΘΡΥΛΟ.....κι ας πεσουν κατηγορια,μονο αυτο θελουν.....οι ακουποι,αμπαλοι,αμυαλοι.......αλεφτοι(χωρις λεφτα) (από εδώ)

  2. Α έχω να δηλώσω έλα αν ξέρεις να μαγειρευεις ειδικά! έτσι κι αλλιως σκουρα προβλεπονται τα πραγματα στην πατρίδα
    Β: έχω να δηλώσω ότι...φοβάμαι το εξωτερικό για τέτοια μόνιμα ανοίγματα επίσης είμαι τάπω
    Γ: Είσαι και συ κοντή;;;
    Β: όχι μαρήηηηη άλεφτη
    (από εδώ)

  3. - στο 78.50 αγορασα λιγα ΤΝΑ αυριο αν γινει χαμος θα αυξησω λιγο θεση..
    δεν αντεχω εντελως αχαρτος:)
    - cold, έχω ΤΖΑ που θα τα δώσω στο τέλος του μηνός (Μαϊου) και θα πάρω ΤΝΑ! Έτσι δεν μένω ποτέ άχαρτος-άμα δεν αντέχεις! Μόνο άλεφτος!!:))
    (από εδώ)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Ειρωνική φράση που δηλώνει αμφισβήτηση ότι κάτι (που με αφορά) θα επιτευχθεί. Συνήθως, και πιο αόριστα, στον πρώτο πληθυντικό: σωθήκαμε.

  1. Και περιμένεις να σου δώσει λεφτά ο πατέρας σου για να πας στη συναυλία; Σώθηκες...

  2. Πιστεύει ακόμα ο μαλάκας ότι άμα βρεί γκόμενα όλα θα του παν μετά καλά. Σωθήκαμε.

Δες και μελλοντικός παρελθόντας.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

(Εννοείται είμαι στον κόσμο μου) Είμαι αφηρημένος, έχω προβλήματα επικοινωνίας και εκτίμησης, έχω ψευδείς ή αφελείς (κοινωνικές ή άλλες) αντιλήψεις.

Επιτατικά: στην (καρα)κοσμάρα μου. Συνώνυμα: (είμαι) αλλού, δέν επικοινωνώ.

  1. Από τότε που μπήκαμε τον έχει φάει με τα μάτια της κι αυτός στον κόσμο του.

  2. Σε δύο μήνες δίνει πανελλήνιες και τώρα τού 'ρθε να ξεκινήσει μαθήματα πιάνου. Στον κόσμο του, κανονικά.

  3. Καλά, πού ζεις; Νομίζεις ότι με το που τέλειωσες τη σχολή και βρήκες δουλειά θα βγάζεις αρκετά να πιάσεις σπίτι μόνος; Στο κόσμο σου είσαι μου φαίνεται.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το σταυροκατσάβιδο. Τυπικό δείγμα μπαμπαδίστικου χιούμορ.

- Πατέρα; Πού έχεις βάλει τα εργαλεία πάλι;
- Τι χρειάζεσαι, πες μου εμένα.
- Θέλω να βγάλω τη μάσκα απ' τη κιθάρα και χρειάζομαι κατσαβίδι.
- Μάσκα; Μα καλά, αποκριές έχουμε και την έχεις μασκαρεμένη την κιθάρα; Για να ιδώ... Μάιστα, στραβοκατσάβιδο χρειάζεσαι. Στο μπαλκόνι τό 'χω, βίδωνα χθες τη ντουλάπα πού 'χε λασκάρει... Όλα τα μαστορέματα από μένα περνάν εδώ μέσα, λες και δεν έχω γιο εγώ, δεν έχω κανακάρη...
- Καλά, καλά...
- Και πού 'σαι; Τι θα γίνει με τον κουρέα; Ακόμη τσακωμένοι είστε;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία