Γενικευμένος αργκοτικός σχηματισμός της ενεργητικής στιγμιαίας προστακτικής.

Αναλυσούλα

Καταρχήν, τα ρήματα βήτα συζυγίας, σε -άω/ δηλαδή, σχηματίζουν τυπικά τη στιγμιαία τους προστακτική σε καταλήξεις που έχουν κλασικά κάτι απο σίγμα: γαμάω > γάμησέ τον, βαράω > βάρεσέ τον, ρουφάω > ρούφηξέ τον και λοιπά. Όπως είπαμε κι' εκεί όμως, στην αργκό και καθομιλουμένη είναι η συνεχής προστακτική τους που χρησιμοποιείται κατακόρον με στιγμιαία σημασία: γάμα τον, βάρα τον, ρούφα τον και λοιπά.

Στην άλφα συζυγία τώρα, κάποιες φορές η προστακτική αυτή δικαιολογείται από παράλληλο αργκοτικό, λαϊκό ή και διαλεκτικό τύπο του ρήματος, που το μετατρέπει από άλφα σε βήτα συζυγία (που είναι κι' αυτό αξιόλογο φαινόμενο, αλλά άλλη φορά): σφυρίζω > σφυράω > σφύρα τον (αντί σφύριξέ τον), διαλύω > διαλάω > διάλα τον (αντί διάλυσέ τον). Μεγάλο ατού του σχηματισμού, όπως φαίνεται καθαρά εδώ, είναι ότι προκύπτουν λιγοσύλλαβες λέξεις, που θα 'λεγα ότι τείνουν να προτιμιούνται σε γρήγορη ομιλία.

Υπάρχουν πάντως πάμπολλα παραδείγματα τέτοιων προστακτικών που δε βασίζονται σε παράλληλο τύπο βήτα συζυγίας, μεταξύ των οποίων και τα πασίγνωστα φεύγα (αντί φύγε), έμπα/έβγα (αντί μπες/βγες) και άλλα (δες και παραδείγματα). Εδώ είναι που βλέπει κανείς ότι μάλλον πρόκειται για περιπτώσεις συμμόρφωσης στον πολύ εδραιωμένο σχηματισμό της βήτα συζυγίας, που παίρνει αμπάριζα ό,τι βρίσκει στο διάβα του.

Και δυο παρατηρήσεις

Αξίζει να σημειωθεί ότι ο σχηματισμός κάποιες φορές υποστηρίζεται απ' τ' ότι τα ηχητικά ινδάλματα που προκύπτουν είναι ήδη γνωστά ως θηλυκά ουσιαστικά (που μπορεί να προκύπτουν και απ' τη χρήση της αργκοτικής κατάληξης ουσιαστικού ): απλώνω > η άπλα > άπλα τον (αντί άπλωσέ τον), γιουχάρω > η γιούχα > γιούχα τον (αντί γιούχαρέ τον), προσβάλλω > η προσβόλα (αντί η προσβολή) > προσβόλα τον (αντί πρόσβαλέ τον), και λοιπά.

Απ' την άλλη όμως υπάρχει και η αντίστροφη επίδραση, η προστακτική σε να σχηματίζει ουσιαστικά (πάλι σε ), είτε ως απαρεμφατική προστακτική: μπαίνω > έμπα > το έμπα, ή αλλιώς: φεύγω > φεύγα > ο φεύγα, σαλτάρω > σάλτα > η σάλτα.

Ακόμη, να θυμίσουμε και συγκεκριμένα παραινετικά και προτρεπτικά επιφωνήματα των ελληνικών, όπως άιντα, γιάλα, γιούργια, τα οποία σε κατάλληλα συμφραζόμενα κάλλιστα μπορούν να υποστηρίξουν το σχηματισμό, με βάση το λεγόμενο νόμο της αναλογίας.

  1. Ωραίο βγαίνει, για συνέχα, για συνέχα! (από φόρουμ)

  2. Τσάκα την τσαπού.

  3. Αρπα το γκολ από τον Καρντόσο, που σας έκανε ό,τι ήθελε στο κέντρο, και μετά τρέχα. (από ιστολόι)

  4. - Δεν το περίμενα να γράψω ολόκληρο σεντόνι για τη φράουλα… αλλά είναι να μην κάνεις το πρώτο το ρημάδι το κλικ
    - [...] άπλα το σεντόνι σου, παρηγορία τώ ‘χουμε
    (σχόλια στον κυρ-Σαράντ)

  5. Nikolis L.: ειδικό για «ανισόρροπους»......ya know............... Nikats: @Νamemate ......i missed your point pal! ....;;
    Nikolis L.: Namemate........θα στο ζωγραφίσω
    Nikats: Aντε ωρέ...ζωγράφα το!
    (από εδώ)

Η προστακτική στην αργκό: , -έκα, , έμπαινε, έφυγες, κατέβαινε, μπέκα, πάνε, πιάκε, τσάκω· ακόμη: προστακτική αντί για απαρέμφατο, συνεχής προστακτική ως στιγμιαία.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η παλιά αυτή λατινική κατάληξη χρησιμοποιείται ευρύτατα ως αργκό εκδοχή του επιθήματος -ός, για να σχηματίσει όνομα από την ειδικότητα κάποιου (φοιτητική, επαγγελματική, στρατιωτική και λοιπά), όταν αυτή καταλήγει σε -ική ή -ικό. Για παράδειγμα, πληροφορικάριος, νομικάριος, λογικάριος, ζαμπονοκοπτικάριος.

Η εκτεταμένη χρήση της κατάληξης οφείλεται μάλλον στο ότι ο ομιλητής νιώθει την ανάγκη να διαφοροποιήσει το παράγωγο ουσιαστικό –λογικός, αυτός που ασχολείται με τη Λογική– από το αντίστοιχο παράγωγο επίθετο –λογικός (άνθρωπος), αυτός που είναι σώφρονας, συνετός.

Φθηνοί «πληροφορικάριοι»: Μπορεί όσοι εργάζονται στον τομέα της πληροφορικής στην Ελλάδα να έχουν υψηλά ποσοστά μεταπτυχιακών σπουδών όπως και στις Νορβηγία και Γερμανία (22%, 42% και 68,5% αντίστοιχα), όμως αυτό δεν σημαίνει ότι και οι ετήσιες αμοιβές τους βρίσκονται σε ανάλογα επίπεδα. Στη χώρα μας ένας υπάλληλος στο τμήμα πληροφορικής παίρνει το χρόνο κατά μέσον όρο 7.277 ευρώ ή αλλιώς 5,6 φορές λιγότερα από το γερμανό συνάδελφό του [...].

από την Ελευθεροτυπία

Σόρι που επαναμπαχαλεύω το τόπικ, αλλά δεν αντέχω, θα το πω... Οι νομικάριοι λένε παραέξω ότι οι νομικάριες δεν βλέπονται... Έχουν κοιταχτεί ποτέ οι ίδιοι στον καθρέφτη;!; Αίσχος!! Μήπως είναι τυχαίο ότι όλες οι νομικάριες πάνε «εκδρομές» στο Πολυτεχνείο, στην ΑΣΟΕΕ κλπ;

από φόρουμ

— Συγνώμη που πετάγομαι (δεν θα πω σαν τι :Ρ) στην μέση της κουβεντούλας σας, αλλά νομίζω ότι το τελικό συμπέρασμά της βασίζεται στο αρχικό ΑΝ του συλλογισμού της. Τα δύο είναι εντελώς ασύνδετα. Απλή δήλωση κάνει.
— Πετάγομαι τώρα κι εγώ (σαν λογικάριος :Ρ) και θυμίζω πως ΨΕΥΔΗΣ συνεπαγωγή είναι μία συνεπαγωγή με αληθή υπόθεση και ψευδές συμπέρασμα.

από φόρουμ

Από το 53\' και μετά.. (από Vrastaman, 13/03/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Βήτα συνθετικά ονομάτων που είτε αναφέρονται άμεσα στα γεννητικά όργανα ενός άντρα, ή κατεπέκταση στον άντρα σε άμεση συνάρτηση με σεξουαλικά του χαρακτηριστικά. Πολλά από τα σύνθετα που προκύπτουν χρησιμοποιούνται και γενικότερα ως βρισιές.

Από τα συνώνυμα του πέους που βρίσκουμε στο οικείο λήμμα του τζίζα, βλέπουμε ότι οπωσδήποτε δεν έχουν όλα την ίδια παραγωγική ισχύ ως βήτα συνθετικά, και τα περισσότερα καθόλου.

Συγκεκριμένα, το ίδιο το πέος ενγένει δεν χρησιμοποιείται, εκτός απ' το εδραιωμένο λογοπαίγνιο ευρωπέος, ενώ και το κλασικό πουλί αποφεύγεται (στη μορφή -πουλος θα υπήρχε μάλλον σύγχυση με το βήτα συνθετικό -όπουλος, αλλά ούτε και ως -πούλης ακούγεται συχνά). Επίσης, το αρχίδι (δεδομένου και του παράγωγου αρχίδας) σχηματίζει κυρίως απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς, ενώ το παπάρι (που σημαίνει καί «αρχίδι» καί «πέος») δεν χρησιμοποιείται.

Κατά τα άλλα, χρησιμοποιούνται το καυλί και ο πούτσος, αλλά η παραγωγικότερη δυάδα φαίνεται να είναι η ψωλή και το τσουτσούνι, το πρώτο μάλλον λόγω συντομίας, αλλά και το δεύτερο χάρη στις παιδικόφερνες συνδηλώσεις του θα έλεγα.

Τέλος, με λίγες εξαιρέσεις (όπως λαχταροψώλα και ξεψώλι), δεν φαίνεται να χρησιμοποιούνται τα βήτα συνθετικά του πέους για να σχηματίσουν χαρακτηρισμούς σε άλλο γένος από το αρσενικό.

Στα παραδείγματα, λέξεις που έχουν ήδη καταγραφεί σε οικεία λήμματα.

Κοινωνιογλωσσολογική πίπα

Μία απλή σύγκριση με τη χρήση του βήτα συνθετικού -μούνα για γυναίκες πείθει για τη φαλλοκρατία που χαρακτηρίζει τη σημερινή ελληνική γλωσσική πραγματικότητα: η γυναίκα μπορεί να αναχθεί ολόκληρη στο πράμα της, αλλά ο άντρας όχι. Για μια γυναίκα μπορεί κανείς να μιλάει υιοθετώντας σιωπηρά την άποψη περί «άχρηστου κρέατος γύρω-γύρω» (δες τα σχόλια εδωπέρα), για έναν άντρα όχι.

Για παράδειγμα, μπορούμε άνετα να πούμε «κουλτουρομούνα» για την κουλτουριάρα αλλά δεν θα πούμε «κουλτουροψώλης» για τον κουλτουριάρη, ή λέμε «αρχοντομούνα» για την αρχοντογυναίκα, αλλά δεν θα πούμε ποτέ «αρχοντοψώλης» για τον αρχοντάνθρωπο (προσέξτε και εδώ το βήτα συνθετικό!). Και τα λοιπά.

Θα 'ταν ευχής έργον να εντοπιστεί η πρώτη χρήση του -μούνα ως ταυτόσημου με το -γυναίκα. Να ξέραμε πότε και πώς άρχισε το πράμα βρ' αδερφέ. Αν μη τι άλλο, ώστε ν' αποτρέψουμε να γίνει το ίδιο και για το υπερπανίσχυρο φύλο των πέντε ηπείρων και των εφτά θαλασσών...

Δες και -καυλος.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κατάληξη που σχηματίζει αρσενικό όνομα-χαρακτηρισμό. Ο χαρακτηρισμός που προκύπτει παίρνει τη σημασία του από το πρώτο συνθετικό, το οποίο πρόκειται για ουδέτερο ουσιαστικό που καταλήγει σε -μα, ή σπανιότερα -μο (ο χαρακτήρας πάντα -μ-), και δηλώνει συνήθως πράξη ή ενέργεια. Ένας -ατίας τείνει να κάνει αυτήν την πράξη συχνά, τακτικά, συστηματικά.

Προέρχεται από την γενική πτώση των ουσιαστικών αυτών σε -ατος και το γνωστό παραγωγικό επίθημα -ίας, και φαίνεται ότι στην αργκό έχει διαδοθεί σε έναν βαθμό ως παλαιοελληνισμός, αντί για επιλογές της καθομιλουμένης όπως θα ήταν πιχί το -ατάκιας (< -ατ(ος) + -άκιας). Το -ίας απο μόνο του δεν φαίνεται να λειτουργεί ως επίθημα στην αργκό, αν και υπάρχει ως κατάληξη σε απευθείας σχηματισμούς από θηλυκά που λήγουν σε -ία (αφασίας, παραλίας, σπανομαρίας και άλλα).

Στα παραδείγματα, λέξεις που υπάρχουν ήδη στο σλανγκ τζι αρ.

αραγματίας, γλειψιματίας, πεσιματίας, σκαλωματίας, σπασιματίας, στησιματίας, τσακωματίας, χωσιματίας

Ακόμη: απεναντίας (λογοπαίγνιο με το ομόηχο επίρρημα), επιχρηματίας (λογοπαίγνιο με το επιχειρηματίας), μεγαλολημματίας (λογοπαίγνιο με το μεγαλοκτηματίας)

Matias (από GATZMAN, 16/09/10)Κολλημένος με την... ΑΤΙ (από GATZMAN, 16/09/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Επίθημα που σχηματίζει επίθετο από όνομα (συνήθως ουσιαστικό) ή, σπανιότερα, ρήμα, και δηλώνει κατοχή («αυτός που έχει»), χαρακτηρισμό («αυτός που χαρακτηρίζεται από») ή ομοιότητα («αυτός που θυμίζει/μοιάζει με»).

Πολύ συχνό γενικά στα ελληνικά (πιχί αεράτος, καλοσυνάτος, τρεχάτος), ειδικά στην αργκό φαίνεται να είναι πολύ παραγωγικό, κυρίως με τη σημασία της κατοχής. Ειδικότερα στο ουδέτερο γένος, -άτο, χρησιμοποιείται συχνά για σεξουαλικές στάσεις και σχηματίζει ουσιαστικά —για την ακρίβεια, ουσιαστικοποιημένα, πιχί καρεκλάτο (σεξ).

Πρόκειται απ' ότι καταλαβαίνω για τη λατινική κατάληξη -atus, η οποία είχε παρόμοιες σημασίες (πιχί, βαρβάτος < barbatus < barba + -atus, «αυτός που έχει γένια, που δεν είναι θηλυπρεπής»).

Στα παραδείγματα, λέξεις που έχουν ήδη καταγραφεί στο σλανγκ τζι αρ.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Επίθημα που παράγει επίθετο από όνομα, -ειδής, -ίστικος. Χρησιμοποιείται τυπικά (α) όταν δέν υπάρχει δόκιμος τύπος επίθετου (συνήθως για να σχηματίσει επίθετα από ξένα ονόματα), (β) υποτιμητικά (όπου μπορεί χάριν ρίμας να συνοδεύεται και από το ειρωνικό ολέ).

  1. Ίσα-ίσα, τα μούλτιπλεξ εκ φύσεως αντέχουν οικονομικά πολύ περισσότερο να προσφέρουν ταινίες «κουλτουρέ», «σινεφίλ» και μή «πιασάρικες», ταινίες δηλαδή που η προβολή τους είναι σίγουρα ζημιογόνα. Γιατί έχοντας πολλές αίθουσες και τη δυνατότητα να προβάλλουν ταυτόχρονα (κάθε βδομάδα) π.χ. τουλάχιστο μια ντουζίνα ταινίες, έχουν αρκετά μπλοκμπάστερ ώστε να κερδοφορούν από εκεί, και να αντισταθμίζουν τη χασούρα από τις κουλτουρέ ταινίες. (από διαδικτυακό φόρουμ)

  2. Παλιομοδίτικα σώβρακα παππουδέ. (από ιστολόγιο)

  3. Ξέρει κανένας αν και πού μπορώ να κατεβάσω το Bridge To Heaven, αυτο το «οπερέ στάιλ»; (από διαδικτυακό φόρουμ)

  4. Ε όχι και να μας τη βγεις μετά τη χωριατέ-ολέ συμπεριφορά σου ρε κολλητέ. Πάρ' το αλλιώς και έλα να τα πούμε όπως πρέπει, όχι σα θείτσες ή μυξιάρικα. (από διαδικτυακό φόρουμ)

Δες και γαμοσλανγκοτέτοια.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Επίθημα της αργκό και καθομιλουμένης, που κοτσάρεται συνήθως σε ουσιαστικά για να προσδώσει ειρωνεία.

Από το αγγλικό παραγωγικό επίθημα -ation.

Στα παραδείγματα, ήδη καταχωρισμένα λήμματα στο σάιτ.

Svalutation από τον μεγάλο Adriano Celentano (από allivegp, 08/11/12)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Επίθημα που σχηματίζει ουδέτερα από ονόματα.

Η σημασία που προκύπτει είναι τυπικά υποκοριστική, που όμως, εντός αργκοτικών συμφραζομένων, καταλήγει ενίοτε να σημαίνει και ακριβώς το αντίθετο (βλέπε αν είναι δυνατέλι, ανατροπέλι, γυφτετέλι, μποτινέλι), ή απλά να προσδίδει μαγκίτικο ύφος (βλέπε νταματζέλι, πρωκτέλι, τραβέλι, καθώς και μπορέλι / και μπορέλι, που όμως ενδεχομένως να σχηματίζεται διαφορετικά).

Το επίθημα είναι ήδη μεσαιωνικό και παρότι μικρής χρήσης στην καθομιλουμένη (ο Τριαντά, εδώ, το λέει χαρακτηριστικά «ατονημένο»), στην αργκό γνωρίζει τα τελευταία χρόνια κάποια άλφα διάδοση.

το σκατο που μου εφυγε οταν μου την επεσε το πρωτο facehugger στο πρωτο AvP, θυμαστε που σου την επεφτε και ξαφνικα στην οθονη σου εβλεπες ενα αρχιδελι να κουνιεται

από φόρουμ

Ξεβίδωσα το εξάρτημα, συνέδεσα και πάλι την παροχή, πίεσα με το δάχτυλο τη βελονίτσα του, τίποτα! Νεκρό! Καμία ιδέα; Αυτό το παπαρδέλι, υπάρχει ως ανταλλακτικό; Υπάρχει κάτι που μπορώ να του κάνω, μπας και έρθει στα ίσια του;

από φόρουμ

ΕΙΣΤΕ ΤΟΣΟ ΗΛΙΘΙΟΙ ΠΙΑ!!!!ΔΕΝ ΞΕΡΕΤΕ ΤΙ ΘΕΛΕΤΕ… ΒΛΕΠΕΤΕ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΕΣ ΜΕ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΑΡΕΣ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΒΡΙΖΕΤΕ (ΔΙΚΑΙΩΣ ΚΑΤ ΕΜΕ) ΒΛΕΠΕΤΕ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΜΕ ΕΝΑ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΕΛΙ ΤΗΣ ΠΛΑΚΑΣ….ΠΑΛΙ ΤΟΝ ΒΡΙΖΕΤΕ…!!!!!!ΑΠΟΦΑΣΙΣΤΕ ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ!!!!!

από εδώ

- Έγω είχα φύγει αλλού. Λίγο που έβλεπα την Αλεξίου πρώτη φορά, λίγο που τα κατατόνια του προγράμματος ήταν ότι χρειαζόμουν για την ψυχική μου διάθεση εκείνη την εποχή, λίγο το δέντρο που μας πλήγωνε στο κέντρο της πίστας (αυτό που είχε φκιάσει ο Παπαιωάννου)... και λίγο (έως πολύ) το ουισκάκι που του ξηγιόμουν παλικαρίσια... είχαν σαν αποτέλεσμα να βρίσκομαι σε ένα υπέροχο σύννεφο καλλιτεχνικής θολούρας όπου όλα, οι φίλοι, τα τραγούδια, η θεά στην πίστα, ένα γκομενάκι απέναντι μπερδεύονταν γλυκά και γλυκομεθυσμένα.
- Το γκομενελι απο επαναντι ημουν εγω.

από ιστολόι

Λέξεις που έχουν ήδη καταχωριστεί στο σλανγκ τζι αρ: αν είναι δυνατέλι, ανατροπέλι, βουζέλι, γυφτετέλι, γυφτσέλι, και μπορέλι(;), καμπανέλια, καρκαντζέλι, μουναρδέλι, μπαρμαδέλι, μπρακατσέλι, νταματζέλι, παππουδέλι, πουσταρέλι, πουτανέλι, πρωκτέλι, πωπουδέλι, ρέλι, ταρζανέλια

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Επιθετοποιό επίθημα (τι λε' ρε παιδί μου...). Χρησιμοποιείται για να δώσει έμφαση ή να σατιρίσει κάποια λέξη, κατά το σχήμα <θέμα ουσιαστικού> -ένιος + <ουσιαστικό>. Συνήθως σε απάντηση, δηλώνοντας ειρωνεία ή εκνευρισμό σε αφελή ερώτηση (πάλι κατά το προηγούμενο σχήμα).

Την ίδια λειτουργία μπορούν να επιτελέσουν και άλλα παρόμοια επιθήματα που παράγουν επίθετα: -ίσιος, -ειδής

  1. - Σούλα, φέρε μου το στραβοκατσάβιδο απο την αποθήκη, σβέλτα.
    - Ποιο στραβοκατσάβιδο;
    - Τί ποιο στραβοκατσάβιδο ρε Σούλα; Το στραβοκατσαβιδένιο!... Σάμπως έχουμε και πολλά; Άιντε ξύπνα και τράβα φέρ' το, βιάζομαι.

  2. - Έλα, ξύπνα, μεσημέριασε.
    - Μμμ;...
    - Μεσημέριασε λέω, ξύπνα, σήκω. Έχει κι' έναν ήλιο σήμερα...
    - Ήλιο; Τί ήλιο;
    - Ήλιο ηλιένιο. Μα καλά, τί έπινες τελοσπάντων χθές;

Δες και γειώσεις.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Βήτα συνθετικό που σχηματίζει άκλιτο επίθετο ή και ουσιαστικό και, ακριβώς όπως και το -τέτοιος, σημαίνει «τέτοιου τύπου», «παρόμοιος», «σχετικός» με ό,τι δηλώνει το άλφα συνθετικό, ή απλά ακριβώς ό,τι δηλώνει το άλφα συνθετικό, με μιά πινελιά ειρωνείας.

Από το επίρρημα έτσι.

  1. Φαντάζομαι πως ότι ακόμα και το ότι αγνοούσαμε τα ΜΜΕ, δε δίνουμε συχνά συνεντεύξεις ή ότι ήμασταν δύστροποι γενικά με όλους αυτούς τους νταβατζο-έτσι που κυκλοφορούν ανάμεσα σε καλλιτέχνες και ακροατήρια, αυτό τελικά δούλεψε υπέρ μας. (Γ. Αγγελάκας, συνέντευξη 9/6/2000 στο Θανάση Κούτση, «Για την καρδιά ενός κτήνους», Α. Α. Λιβάνη, 2001, σελ. 302 βιβλίου)

  2. – Αμα τον βρειτε τον μεγαλυτερο εραστη του ΟΟΤ και υπο την προυποθεση οτι δεν ειμαι εγω,σφιρηξτε μου να τον περασω ενα χερακι ωστε να πειστω για το ορθον της υποθεσεως.Για σας δουλευω κοπελιες – Είναι κόμματι της αδερφοέτσι ιδεολογία σου το ξενοπήδημα παρά την σοβαρή υποτίθεται σχέση;
    (από φόρουμ)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία