Επίθημα που σχηματίζει ουσιαστικό πληθυντικού από απόλυτο αριθμητικό δεκάδας (δέκα, είκοσι, τριάντα...) και το οποίο δηλώνει την αντίστοιχη δεκαετία: τα δέκαζ (η δεκαετία του '10), τα είκοσιζ (η δεκαετία του '20), τα τριάνταζ (η δεκαετία του '30) και λοιπά. Από την αντίστοιχη αγγλική κατάληξη -ies/-s.

Τρελή νεόκοπη αμερικανιά, που είχα την αφελή εντύπωση ότι ανήκε στην ιδιόλεκτο εδώδιμων χρηστών, αλλά είπα σήμερα να γκουγκλάρω σχετικά και είδα το φως. Να σημειωθεί ότι ο εξελληνισμός αυτός των τενζ, τουέντιζ, θέρτιζ και τα λοιπά, επεκτείνεται καί στα νότιζ (naughties), αν και ανώμαλα, με το επίθημα (δες τελευταίο παράδειγμα): ούτε μηδέναζ ούτε κουλούραζ βρήκα στο διαδίκτυο –που δεν αποκλείει καθόλου φυσικά να λέγονται στους δρόμους, ας μιλήσουν οι μάρτυρες.

  1. — Πως φανταζεστε το μελλον της μεταλ-ροκ και ολων των παρακλαδιων τους, στα 10s;
    — Στα δέκαζ δε θα υπάρχει πια μέταλ!
    (από το ρόκιν τζι αρ)

  2. Οι αφίσες που υπάρχουν στα λευκώματα του πρώιμου σοβιετικού σινεμά και που καλύπτουν όλη την εποχή μέχρι τα τέλη των είκοσιζ δεν ήταν αφαιρετικές; Επειδή δηλαδή περιείχαν και το στοιχείο της φωτογραφίας ήταν δηλαδή νατουραλιστικές; (από το ντι άι γουάι μιούζικ οργκ)

  3. To saksofwno epishs eixe molynei th tzonta sta ogdontaz. (σ.ς.: δες και γαμοτζάζ). Ekei pou to sklhro phgaine na ginei poiotiko nasou o typos me th karamouza,aloimenos me vitam ap th xaith ws ta nyxia kai meta epefte h panselhnos,ligos dialogos kai ante mish wra gia na ksanadeis kana vyzo. (σχόλιο σε ιστολόι)

  4. Κάτω τα χέρια απ το μικρό σπίτι στο λιβάδι των ενδόξων 70's (εβδομήνταζ, που λέει και κάποιος φίλος). (από το μιούζικ χέβεν τζι αρ)

  5. Έκλεισες με υπέροχο τρόπο τη δεκαετία των μηδένς!!!... (από φωτοσάιτ)

βλ. και ογδόνταζ και γαμοσλανγκοτέτοια (= σλανγκογραμματική)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Επίθημα που σχηματίζει ουσιαστικά θηλυκού γένους (μονοσύλλαβο).

Το επίθημα υπάρχει βέβαια ανεξάρτητα από την αργκό στα ελληνικά, στις αργκό χρήσεις του όμως είναι ιδιαίτερα παραγωγικό, και χρησιμοποιείται συνήθως ειρωνικά ή μάγκικα, ή και για να εξελληνίσει αδόκιμους ξενικούς τύπους.

Στα παραδείγματα, λέξεις που υπάρχουν ήδη σε λήμματα του σλανγκ τζι αρ.

Βλ. επίσης γαμοσλανγκοτέτοια.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αυτά τα πολύ συνηθισμένα συμφύματα επιθέτων των ελληνικών, καθώς και άλλα, χρησιμοποιούνται για να σχηματίσουν όνομα από λέξη που κατά τον ομιλητή χαρακτηρίζει πρόσωπο στο οποίο θέλει να αναφερθεί.

Ο ομιλητής μπορεί να εκμεταλλευτεί το γεγονός ότι κάθε σύμφυμα φέρει παραδοσιακά συγκεκριμένες πληροφορίες (κυρίως καταγωγής), αλλά δεν είναι απαραίτητο. Εξάλλου η εκάστοτε τέτοια λεξιπλασία στοχεύει να δημιουργήσει την εντύπωση ότι, τόσο χαρακτηρίζεται το εν λόγω πρόσωπο από την συγκεκριμένη ιδιότητα, ώστε θα άξιζε να φέρει και το αντίστοιχο επώνυμο.

Στα παραδείγματα, λέξεις που υπάρχουν ήδη σε λήμματα του σλανγκ τζι αρ.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Βήτα συστατικό της καθομιλουμένης και της αργκό, που σχηματίζει ουσιαστικά θηλυκού γένους.

Η κυριότερη σημασία που προκύπτει είναι η «μπόχα», η «(δυσάρεστη) μυρωδιά» που αναδίνει το πρώτο συστατικό, είτε στην κυριολεξία της (αρχιδίλα, μουνίλα) είτε και μεταφορικά (πιχί κορεκτίλα). Συνηθισμένη χρήση στην καθομιλουμένη είναι και η «απόχρωση» με βάση το πρώτο συστατικό (κοκκινίλα, κιτρινίλα), που και πάλι μπορεί να χρησιμοποιηθεί μεταφορικά (μαυρίλα για την «κακή διάθεση»). Οι μεταφορικές χρήσεις είναι τόσο συχνές, που ο Τριαντά πολύ σωστά απομονώνει ως κύρια σημασία και τη «δυσάρεστη κατάσταση» (στην αργκό πιχί τσατίλα, ψοφιμίλα), που εμένα τουλάχιστον μου φαίνεται να προέρχεται από τη σημασία της μπόχας.

Μ' αυτήν την έννοια η σημασία είναι κατά κανόνα μειωτική, καθώς οι συνδηλώσεις είναι συχνότατα μπόχας και βρομιάς, παρά απόχρωσης. Στο βαθμό δε που η βρομιά στην αργκό απενοχοποιείται*, μπορούμε φυσικά να μιλάμε και για θετικές χρήσεις (καφρίλα, σαπίλα), αυθεντικά αργκοτικές.

Άλλες χρήσεις, σε συνδυασμό ή και όχι με τα προηγούμενα, είναι η επίταση (αφαγία -> αφαγανίλα, τζάμπα -> τσαμπίλα, χέσιμο -> χεσίλα, δες και παράδειγμα 3), η περιληπτική (δες πιχί τη ρατσιστίλα εδώ), και είτε ο εξελληνισμός ξένων δανείων (εϊτίλα, τουματσίλα, χαρντκορίλα, δες και παράδειγμα 2) είτε γενικότερα η ουσιαστικοποίηση κατά τ' άλλα δυσουσιαστικοποίητων(!) άλφα συστατικών (θεΐλα, δες και παράδειγμα 5) –παράβαλε και την αντίστοιχη χρήση του -ιά (καμενίλα και καμενιά).

Παράγωγο: -ίλας, για πρόσωπο που χαρακτηρίζεται απο την αντίστοιχη -ίλα (κορεκτίλα -> κορεκτίλας, δες και παράδειγμα 6, όπου το βρομίλας, με έλξη βέβαια απο το βρομύλος, εδώ ωστόσο προέρχεται απο τη βρομίλα).

Λίγες πίπες για τα συστατικά στην αργκό

Με το -ίλα συμβαίνει αυτό που συμβαίνει κατακόρον με επιθήματα και άλλα συστατικά της αργκοτικής: τα ονόματα που σχηματίζονται είναι πολύ συχνά προσωρινά, χωρίς αξιώσεις παγίωσης στη γλώσσα, προορισμένα να υποστηρίξουν μόνο και μόνο τη διατύπωση της στιγμής.

Το φαινόμενο παρατηρείται ήδη στην καθομιλουμένη –βλέπε τη χρήση του ξε- στη σημασία IV του ορισμού εδώ– και στην αργκό ίσως περισσότερο· χαρακτηριστική η περίπτωση του ψιλο-, το οποίο είναι τόσο ισχυρό συστατικό ώστε να έχει αυτονομηθεί ως επιρρηματικό.

Θα το έθετα λοιπόν ως εξής: στην αργκό υπάρχει αυξημένη τάση, μορφολογικά συστατικά να αυτονομούνται συντακτικά. Την αυτονομία αυτή την καταλαβαίνει κανείς αν αναλογιστεί το μάταιο στο να λημματογραφηθεί σε ένα λεξικό κάθε (καταγραμμένη) χρήση τέτοιου συστατικού –το λεξικό του Τριανταφυλλίδη θα έπρεπε τότε να έχει περίπου άλλο μισό λημματολόγιο μόνο και μόνο λόγω του ξε-...

(Το θέμα σηκώνει παραπάνω και συστηματική κουβέντα, ντάξει. Σταϋπόψη...)


* Για την αλλαγή προσήμου της βρομιάς στην αργκό, λέω κάτι χαζά εδώ στα σχόλια.

  1. Παραδείγματα που ήδη υπάρχουν στο σάιτ: ανετίλα, ανιωθίλα, αντρίλα, ανωτερίλα, αριστερίλα, αρχιδίλα, αυνανίλα, αφαγανίλα, βαλκανίλα, βαρβατίλα, βουτυρίλα, διχρονίλα, δωματίλα, εϊτίλα, επικίλα, καινουργίλα, καμενίλα, κατρουλίλα, κλανίλα, κομμουνίλα, κορεκτίλα, κορίλα / χαρντκορίλα, κωλίλα, μαντσίλα, μαυρίλα, μεϊνστριμίλα, μεταχειρίλα, μουνίλα, μπακαλιαρίλα, μπεκρίλα, μπουρντίλα, μπριζολίλα, ξεραΐλα, ουρδίλα, παπαρίλα, πατίλα, περιπτερίλα, πιουρίλα, πουτσίλα, προποτζίλα, σαπίλα, σατανίλα, σκατίλα, σκοτεινίλα, σπαρίλα, τουματσίλα, τραγίλα, τρενιχίλα, χεσίλα, χορτασίλα, ψαρίλα, ψοφιμίλα

  2. Όπλα, επιχειρηματίες που διαπρέπουν στον “αθλητικό χώρο”, συνδεση με την αστυνομία, παράνομες ελληνοποιήσεις, πλαστογραφίες με παρανόμως κτηθείσες αστυνομικές σφραγίδες, ματσίλα και εμφανής σεξουαλική στέρηση: η διάσπαση του πυρήνα της Χρυσής Αυγής στην Κεφαλονιά μάς ανοίγει μια τρύπα για να θαυμάσουμε το στερέωμα του φασιστικού υπονόμου. (από εδώ)

  3. Βαρειά κουβέντα; Για να φανταστείς πόση ανοητίλα τους δέρνει σου λέω το εξής απλό: Εφήυραν και επέβαλλαν την λέξη ανταγωνισμός Αν το καλοεξετάτάσεις θα δείς ότι είπαν πως το μηδέν είναι το άπαν. Πως την πατήσαμε εμείς; Μα οι περισσότεροι θεωρώντας ότι ο καθένας κάνει την δουλειά του σκύβαμε το κεφάλι και δουλεύαμε. Αυτοί το λοιπόν εύρισκαν ευκαιρία και μας ….. Τώρα που άνοιξε ο μάτης να τους δώ τους ξυπνοπουλάκηδους. (εδώ)

  4. — Είχα πάει που λες στην Όταβα, την ομοσπονδιακή πρωτεύουσα του Καναδά.
    — Τι μου λες!
    — Ναι παιδί μου, λούσα, ωραία πόλις, περιποιημένη. Πολλή αγγλίλα όμως βρε παιδί μου. Απαπα! Λες και ήμουν στο Λίντς ή στο Μάντσεστερ ή στο Μπέλφαστ.
    (εδώ)

  5. By the way λόγω τη φύσης του επεισοδίου αυτή ήταν η πρώτη φορά που μου έλειψε ο τρομερός Pierce...η χλαπατσίλα του στο πρώτο D&D ήταν η απόλυτη στιγμή του...στο 2ο D&D ο Dean ήταν απλά επικός...τρομερά δυνατό επεισόδιο (εδώ)

  6. Ο μικρούλης μου είπε 5 ετών και τελευταία παρατήρησα ότι μυρίζει η μασχάλη του!!! Δεν είναι σε φάση που μυρίζει ας πούμε όταν περνάει από δίπλα σου ,αλλά μία μέρα όπως τον πήρα αγκαλίτσα κάτι μου μύρισε και σκέφτομαι, μπα δεν είχαμε σήμερα κεφτεδάκια για φαγητό , τι μυρωδιά είναι αυτή... Και όπως κολλάω τη μύτη μου στη μασχαλίτσα του ...ωχ...μποχίτσα.. [...] Μίλησα με την παιδίατρο και με ρώτησε αν έχει τρίχες στο πουλάκι του ή κάτι τέτοιο , είπα ΟΧΙ.Ε μην ανυσηχείς είναι το δέρμα του τέτοιο , έτσι μου είπε. Εχετε παρατηρήσει κάτι τέτοιο στο μικρό σας; Πω πωωωωωωωω , λέτε να μου γίνει βρομίλας;;;; (αγωνιών γονιός, εδώ)

(από σφυρίζων, 06/10/14)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Επίθημα της αργκό που σχηματίζει ουδέτερο ουσιαστικό από (ελληνικό) ρήμα ή όνομα, με συχνή χρήση στη στρατιωτική ζαργκόν. Παρμένο απευθείας από την κατάληξη -ing του αγγλικού γερούνδιου, γράφεται επίσης (και προφέρεται) -ιν.

Στα παραδείγματα, λέξεις ήδη καταχωρισμένες στο σάιτ.

Δες και γαμοσλανγκοτέτοια.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Βήτα συνθετικό της αργκό που δημιουργεί επίθετα.

Συνδυάζεται ελεύθερα με ουσιαστικά, και έχει τη σημασία «υπερβολικά παθιασμένος», «πωρωμένος» με αυτό που δηλώνει το εκάστοτε άλφα συνθετικό, ίσως και «παραμυθιασμένος» από αυτό, είναι λοιπόν αρκετά κοντινό στο -μανής των τυπικών ελληνικών: αρχαιόκαυλος, θαλασσόκαυλος, στρατόκαυλος (δες και στα παραδείγματα). Βγαίνει από το ρήμα καυλώνω με τη σημασία «ενδιαφέρομαι», «γουστάρω», «παθιάζομαι» (με κάτι).

Εναλλακτικά, μπορεί να αναφέρεται είτε στο πέος καθαυτό, είτε στον άντρα που το κουβαλάει, και σχηματίζει έτσι όνομα που χαρακτηρίζει τον ενλόγω άντρα κατά τον ομιλητή: oλόκαυλος, πυρόκαυλος, σουρουμπόκαβλος. Στην περίπτωση αυτή βγαίνει από το καυλί. Δες και -καύλης.

Τέλος, μπορεί να αναφέρεται στο σεξουαλικό ερεθισμό, οπότε βγαίνει από το καύλα: έγκαυλος, τρίκαυλος.

Το επίθημα γράφεται και -καβλος ή -γκαβλος, όπως συνήθως με τα ομόρριζα του καυλί.

  1. Loipon, gia na exigoumaste kai gia na diaxorizontai oi politikokavloi (exete alla meri na kanete spam kai na grafete pipes) apo tous upoloipous, i Ellada san xora kai oi anthropoi pou tin plaisionoun (oxi oloi) GAMAEI. [...] Ta ellinika panepistimia exoun upsilo epipedo morfosis an einai kaneis uperanthropos kai borei na antexei tin MHDENIKH organosi kai tin adiaforia tou 95% ton kathigiton, se sunduasmo me tin piesi tis ellinikis koinonias gia apodoxi kai tin oikogeneiaki piesi tis klasikis ellinikis manas pou nomizei oti ola tora einai eukola giati kapote eixame xounta. [...] (από φόρουμ)

  2. Έχω κουραστεί πραγματικά από την ειρωνεία-χιούμορ-σαρκασμό όλων των «άθεων» [σ.ς., δες σχόλια στο αρνησίθεος]. [...] Το μόνο που λένε είναι ότι δεν έχουν επιστημονικές αποδείξεις [...] για ύπαρξη Θεού και γενικά για το αν κάπου κάποτε έγιναν κάποια γεγονότα [...] Είναι δυνατόν να αποδειχθεί ποτέ ότι υπάρχει Θεός; Οι απανταχού επιστημονόκαυλοι νομίζουν ότι έχουν ανοιχτούς ορίζοντες και αγνοούν ότι το τι διαχωρίζει κάτι επιστημονικό από κάτι άλλο είναι εντελώς σχετικό. [...] (από φόρουμ)

  3. — Ειναι γνωστο ότι εισαι μεταλοκαυλος... Για μιλησε μας λιγο γι αυτο το κομματι της ζωης σου.
    — Το μεταλλοκαυλιλίκι μπήκε αργά στη ζωή μου… Αλλά ήρθε για να μείνει! Ενώ για πολλά χρόνια άκουγα disco και pop από 80s, κάποια φιλαράκια με οδήγησαν να ακούσω και το Metal εκείνης της εποχής. Από τότε 99.69% της μουσικής που ακούω είναι ατόφιο, ακατέργαστο, True Metal από 80ς. Death to False Metal! Fuck the world, Hail ‘n’ Kill! \m/ (από εδώ)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Επίθημα που κατεξοχήν αναφέρεται σε αυτοκίνητα ή σε γυναίκες: επίθημα για άντρες.

Στην πρώτη περίπτωση αφορά την κίνηση των τροχών του τουτού και αντικαθιστά έτσι το επίθημα -κίνητο (μπροστοκίνητο, πισωκίνητο, τετρακίνητο) της καθομιλουμένης.

ολα τα αυτοκινητα εχουν την χαρη τους και αλλα φτιαχτηκαν να ειναι μπροστινα αλλα πισινα και αλλα τετρακουνες

από φόρουμ

Στη δεύτερη περίπτωση αναφέρεται στα οπίσθια της κυρίας, και αποτελεί έτσι συνώνυμο του -κώλα, αλλά με θετικότερες συνδηλώσεις. Έλκει σαφώς από την κινησιολογία που κατά το κλισέ παρατηρείται σε θελκτικά θήλεα, όρα σεισοπυγίς, σεινάμενη-κουνάμενη, τσακίσματα-κουνήματα και τοιαύτα κλασικά. Δεν είναι και πολύ διαδεδομένο, αν και έχουμε στο σάιτ ήδη τη χαμηλοκούνα, πάντως θα μπορούσε ν' ακουστεί ας πούμε το εξής:

- Λέλοοοο... Μωρουλίνιιι;... Θα έρθεις να μου ανεβάσεις το φερμουάαααρ;...
- Τουρλοκούνα μου εσύ... κάτσ' κατεβάσω μία το δικό μου και βλέπουμε.

Καθότι δηλωτικό θηλυπρέπειας, χρησιμοποιείται εύλογα και για άνδρες ομοφυλόφιλους.

ΤΕΤΟΙΑ ΜΟΥΝΑΡΑ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ ΑΛΗΘΙΝΟΥΣ ΑΝΤΡΕΣ ΜΕ ΣΤΑΝΤΑΡ ΠΟΥΤΣΟΥΣ ΓΙΑ ΝΑ ΤΗΝ ΞΕΣΚΙΖΟΥΝ. ΚΑΙ ΒΕΒΑΙΑ ΔΕΝ ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ ΤΗΝ ΙΚΑΝΟΠΟΙΟΥΝ ΟΙ ΦΛΩΡΟΙ ΤΟΥ ΚΩΛΟΝΑΚΙΟΥ ΚΑΙ ΟΙ ΠΙΣΩΚΟΥΝΕΣ ΣΤΗ ΜΥΚΟΝΟ

από τσοντοσάιτ

Προφανώς, η σχέση γκόμενας και αυτοκινήτου, όπως αυτή συλλαμβάνεται στο τυπικό φαντασιακό του σημερινού ανδρός, κατά τα δημοφιλή περιοδικά(...), είναι τόσο καλά σφυρηλατημένη, ώστε τα όρια μεταξύ -κίνητου και -κώλας συχνάκις να συγχέονται —επίτηδες-ξεπίτηδες, το ίδιο πράμα.

Οι καλύτερες γκόμενες όπως και τα καλύτερα αυτοκίνητα,είναι πάντα πισωκούνες.

από τουίτερ

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Άλλο ένα βήτα συνθετικό ευρείας χρήσης στην αργκό, το οποίο σχηματίζει ονόματα από λέξεις που χαρακτηρίζουν πρόσωπα.

Το συνθετικό προέρχεται βέβαια από την αγγλική λέξη man, η οποία ως γνωστόν έχει περάσει στην ελληνική αργκό και αυτούσια. Ο δε σχηματισμός ακολουθεί πιθανότατα τα παρόμοια ονόματα πλείστων υπερηρώων της αμερικάνικης σχολής εικονογραφημένων –όπως ήδη αναφέρει και ο συγχρήστης θεοχάρης δέκα (βλέπε φάκμαν στα παραδείγματα).

Χρησιμοποιείται για να προσδώσει στον χαρακτηρισμό του προσώπου ύφος μάγκικο ή και περιπαιχτικό, χωρίς να συμβάλλει περισσότερο στην καθαυτό σημασία (όπως και το -μούνα, αλλά όχι όπως το -όβιος).

Χρησιμοποιείται ακόμη ευρύτατα στη δημιουργία ονομάτων χρήστη σε διαδικτυακές κοινότητες. Στις περιπτώσεις αυτές, το -μαν μπορεί να ετυμολογείται και από το πραγματικό ονοματεπώνυμο του εκάστοτε χρήστη, συντομευμένο όμως έτσι θεωρείται ότι έχει τρενταριστεί κατάλληλα για να χρησιμοποιηθεί ως προσωνύμι. Εξαρτάται κι' απ' το για τι διαδικτυακή κοινότητα μιλάμε φυσικά...

Εξελληνισμένα, χρησιμοποιείται ευρέως και ο συνώνυμος τύπος -άνθρωπος (βλέπε πιχί σκοπάνθρωπος), ο οποίος εξάλλου έχει παράδοση στα τυπικά ελληνικά (διαστημάνθρωπος, πιθηκάνθρωπος, υπεράνθρωπος).

Βλέπε ακόμη: -ίδης, -μούνα, -όβιος

Στα παραδείγματα, λήμματα που υπάρχουν ήδη στο σλανγκ τζι αρ.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Παραγωγικότατο συνθετικό της αργκό. Σχηματίζει όνομα από λέξη που κατά τον ομιλητή χαρακτηρίζει την γυναίκα στην οποία αναφέρεται.

Η σημασία της σύνθετης λέξης φαίνεται να καθορίζεται σχεδόν αποκλειστικά από το εκάστοτε πρώτο συνθετικό, το οποίο στην πράξη μπορεί να είναι οποιοδήποτε όνομα (ουσιαστικό ή επίθετο). Το δεύτερο συνθετικό περιορίζεται στο να λειτουργεί ως απλή μετωνυμία για τη γυναίκα, η δέ χρήση του άλλοτε δίνει απλά μάγκικο τόνο, άλλοτε σεξιστικό και υποτιμητικό ή περιπαιχτικό, άλλοτε υβριστικό, άλλοτε ακόμη και έναν τόνο χαρακτηριστικής αντρικής στοργής.

Ασφαλώς, υπάρχουν και σύνθετα στα οποία το πρώτο συνθετικό αναφέρεται κυριολεκτικά στο μουνί (πιχί αραχνομούνα, βλέπε στα παραδείγματα).

Άλλοι τύποι είναι -μούνι και -μούνω. Το -μουνο διαφοροποιείται στο ότι τείνει να χρησιμοποιείται μόνον σεξιστικά, απαξιωτικά ή και υβριστικά –στην τελευταία περίπτωση χρησιμοποιείται συχνά και για άντρες: σκατόμουνο, παλιόμουνο και λοιπά. Το δέ αρσενικό -μούνης είναι σπανιότερο και είναι επίσης απαξιωτικό-υβριστικό.

Σε πολιτικά ορθότερα συμφραζόμενα, μπορεί να χρησιμοποιηθεί το -γκόμενα.

Στα παραδείγματα, λέξεις που υπάρχουν ήδη σε ημέτερα λήμματα.

Και η Αλμούνα! ακα αλμουνάκι (από Hank, 11/07/09)Μαγαζάκι στην Χώρα της Άνδρου. No comments. (από Vrastaman, 12/09/10)

Σύγκρινε με -ψώλης.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Επιτατικό πρόσφυμα της αργκό. Εμφανίζεται σε λέξεις που καταλήγουν ήδη σε συλλαβή με αρχικό ταυ, την οποία και αναδιπλασιάζει με συμπλήρωμα το ίδιο φωνήεν –ή και αναπολλαπλασιάζει για μεγαλύτερη έμφαση.

Σε κάθε περίπτωση η λέξη που προκύπτει τείνει να είναι προπαροξύτονη ή ακόμη και προ-προπαροξύτονη, ιδιαίτερα στην περίπτωση που η λέξη που επιτείνεται είναι επίθετο ή επίρρημα ήδη σε υπερθετικό βαθμό, πιχί, ωραιότατατα (δες ωστόσο σοτοτό). Συνήθως, τέλος, προφέρεται αργά για ακόμη περισσότερη έμφαση.

Προέρχεται φαίνεται από την επανάληψη του ταυ στον υπερθετικό βαθμό επιθέτων και επιρρημάτων σε -τατος και -τατα, η οποία, παρηχητική καθώς είναι, λειτουργεί αποτελεσματικά ως επιτατικό.

Παράβαλε λέμετε, απολελέ και τρελελέ.

Φιλολογικές ανησυχίες

Το -τ- είναι από τα ελάχιστα, αν όχι το μοναδικό ένθημα που απαντιέται στην αργκό. Απ' την άλλη, δεδομένης και της σπανιότητας των ενθημάτων γενικότερα, μπορεί κανείς να μήν το θεωρήσει ένθημα αλλα πάντοτε επίθημα που αναδιπλασιάζει την τελευταία συλλαβή της λέξης, άποψη που εξηγεί και την εμφάνιση προ-προπαροξύτονων, τότε όμως θα οδηγιόταν αναγκαστικά σε γραφές όπως εννοείταιται (βλέπε πρώτο παράδειγμα). Τί μας λέν οι επαΐοντες;...

  1. — Τελικά θα έρθεις αύριο βράδυ στο πάρτι;
    — Ενοείτεται!... Θα λείψει ο Μάρτης απ' τη Σαρακοστή;

  2. — Αλήθεια καύλα μου να σου κάνω ότι θέλω;...
    — Ότι θές εσύ μωρό μου...
    — Ότι, όμως;...
    — Ότιτι λέμε αγόρι μου, έλα!...
    Μισό... [μπλίπ, μπλίπ μπλίπ, μπλίπ, μπλίπ μπλίπ μπλίπ...]
    — ...Τί κάνεις εκεί;...
    — Στέλνω εσεμές στ' αλάνια για να φέρουνε και ούζα μωρό μου... Χέχ!...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία