Προέρχεται από τα κατά τα άλλα συμπαθέστατα κατοικίδια και χαρακτηρίζει τον άνδρα που στερείται τόλμης σε θέματα προσέγγισης του αντίθετου φύλου. Αντίθετο του ντόπερμαν.

- Ρε φίλε, εδώ είναι όλοι κανίς. Δεν την πέφτει κανείς.
- Και γιατί ακριβώς είναι κακό για σένα αυτό;
- Ε ρε μαλάκα, ένα ντόπερμαν σαν και μένα χρειάζεται και λίγο ανταγωνισμό για να αισθανθεί στο στοιχείο του.
- Καλά, κατέβα Πειραιά τότε να τα γαμήσουμε όλα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Χρησιμοποιείται επίσης για να δηλώσει τον πολύ επιθετικό άντρα (αναφορικά με τις πεφτικές του ικανότητες κατά κύριο λόγο). Προέρχεται φυσικά από την παροιμιώδη επιθετικότητα της συγκεκριμένης ράτσας κυνοειδών, η οποία ράτσα μάλιστα είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με το αρσενικό φύλο. Κατά συνέπεια, θεωρείται τελείως αδόκιμη η χρήση του λήμματος για την περιγραφή γυναικών, κάτι που επιβεβαιώνεται και από τη μακρά εμπειρία.

Συνώνυμο από το υγρό στοιχείο: καρχαρίας.

- Μαλάκα, τέλος τα φλωριλίκια. Από δω και πέρα θα παίζω φουλ επίθεση.
- Ηρέμησε...
- Αλήθεια ρε, θα γίνω ντόπερμαν σου λέω!

(από Vrastaman, 19/05/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Μετά από την ενδελεχή μελέτη του Μίκυ Μάους (βλ. λήμμα λυγμ) και του Αστερίξ (βλ. μα τον Τουτάτη), απαιτείται μια αναφορά και στον πολυαγαπημένο Ποπάυ.

Ο Ποπάυ λοιπόν χρησιμοποιεί μια σειρά εκφράσεων που δείχνουν έκπληξη. Οι εκφράσεις αυτές είναι της μορφής: μα τις χίλιες x, όπου x ένα αγαπημένο του αντικείμενο ή ένας ναυτικός όρος. Ώστε:

  • μα τις χίλιες πίπες,
  • μα τα χίλια κουτιά σπανάκι,
  • μα τις χίλιες φάλαινες,
  • μα τις χίλιες θύελλες (νομίζω),

    είναι όλα δόκιμα παραδείγματα.

Απ' αυτά, μόνο το πρώτο επιβιώνει ως τις μέρες μας, και χρησιμοποιείται στην καθομιλουμένη για να εκφράσει μια αναπάντεχη (συνήθως δυσάρεστη) έκπληξη.

Χρήσιμη είναι επίσης η αναφορά στη χαριτωμένη συμβολή του αξιαγάπητου Ρεβυθούλη: μα τα χίλια μπιμπερό(ν).

— Κι εκεί ρε φίλε που ήμουν με το μωρό, έτοιμος να τοποθετήσω, μου βγαίνει τρανς ρε μαλάκα!!
— Μα τις χίλιες πίπες!!! Και τι έκανες;
— Ε τσούλησα, τι να κάνω...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το κορόιδο, ο κακομοίρης, ο καμένος.

Προέρχεται από το τουρκικό gheriz, που σημαίνει «αφελής, ιδανικό θύμα απάτης».

  1. - Χτες το Ακάνθους ήταν κηδεία, αλλά παρ' όλα αυτά ο Θοδωρής άνοιξε σαμπάνια.
    - Τι κυρίζι που είναι ώρες-ώρες...

  2. (τσεκάροντας το διπλανό τραπέζι)
    - Καλά ρε μαλάκα, αυτά τα κυρίζια ήρθαν αντροπαρέα τραπέζι στη Βίσση;
    - Ναι ρε, και πήραν και Haig τα κυρίζια.

  3. - Αγόρασα μια γαμάτη μπλούζα Sisley και... (διακόπτεται απότομα)
    - Ρε, Sisley φοράνε μόνο τα κυρίζια.

Καϊλας Βασιλάκης (από notheitis, 17/05/10)"Τη μαμά κι αν βρίζει, μια ζωή θα είναι πάντοτε κυρίζι." (από Cunning Linguist, 12/11/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αναφέρεται σε εύκολες γυναίκες, οι οποίες προσφέρουν υψηλές πιθανότητες επιτυχίας.

Δευτερευόντως, μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για τύπισσες οι οποίες δεν είναι εύκολες σε Κ.Σ., αλλά που για κάποιον λόγο αυτό έχει αλλάξει προσωρινά.

  1. - Μαλάκα, κοίτα αυτό το μωρό με τον κόφτη. Τελείως ξεκωλαρέ έχει σκάσει.
    - Όντως, κληρώνει. Πάω να γίνω πλασίμπο.

  2. - Ρε, χώσου στη Μαρία, μην είσαι κορόιδο.
    - Όχι ρε μαλάκα, έχω φάει χυλό στο παρελθόν.
    - Ναι αλλά χώρισε πρόσφατα και τώρα κληρώνει.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Γνωστή παρομοίωση που χρησιμοποιείται ευρέως από το λαό μας. Θα ήθελα όμως στο λήμμα αυτό να εστιάσω στη χρήση που είναι σχετική με την προαιώνια διαμάχη μεταξύ των φύλων.

Σ' αυτό το context λοιπόν, «χάνω τη μάχη» σημαίνει τρώω μια μεμονωμένη παντόφλα. Σε αντιδιαστολή, «χάνω τον πόλεμο» σημαίνει ότι έχω χάσει λογαριασμό των παντοφλών που έχω φάει, και κατά συνέπεια δεν έχω ελπίδες ανάκαμψης και επανάκτησης του ανδρισμού μου.

  1. - Καλά ρε ξεφτίλα Αλέξη, δεν ήρθες στο opening Akanthus;
    - Ρε φίλε, έχασα μια μάχη κι εγώ. Δεν θα ξανασυμβεί.

  2. - Πήρα τον μαλάκα τον Κώστα να δω αν θα έρθει μαζί μας, και ούτε καν σήκωσε το τηλέφωνο.
    - Καλά, αυτός έχει προ πολλού χάσει τον πόλεμο...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Φεύγω γρήγορα και αποφασιστικά. Την κάνω. Παίρνω τον (μ)πούλο.

  1. - Δεν έχει θέμα το κωλομάγαζο.
    - Ναι, δεν τσουλάμε slowly-slowly;

  2. - Μάνα, σήμερα θέλω να φέρω γκόμενα στο σπίτι, οπότε το βράδυ βάλε ρόδες και τσούλα.
    - Επιτέλους γιόκα μου!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Εκμεταλλευόμενοι δύο ιδιότητες του τσουναμιού (δηλαδή την ταχύτητά του και τη δυνατότητα να παρασέρνει τα πάντα στο διάβα του), δυνάμεθα να δώσουμε κι άλλον έναν ορισμό.

Ο όρος αυτός λοιπόν χρησιμοποιείται επίσης για να δηλώσει τη θέληση του λέγοντος να φύγει όσο το δυνατόν γρηγορότερα από το μέρος στο οποίο βρίσκεται εκείνη τη στιγμή.

Ενδέχεται βέβαια να προέρχεται και από παραφθορά του ρήματος «τσουλάω».

  1. - Ρε μαλάκα, εδώ όσο πάει μεγαλώνει ο αρχιδόκαμπος. Κι ο ξεφτίλας ο Αλέκος, αντί να μας φτιάξει, έφερε δίπλα μας ένα τσούρμο καρφιά.
    - Όντως, τσουνάμι...

  2. - Πω ρε φίλε, το κλίμα στο site δεν μας σηκώνει πλέον.
    - Τσουνάμι φίλε.

  3. (Παρέα είναι μαζεμένη μετά το τέλος του σινεμά και επιδίδεται σε άχρηστη ανάλυση της ταινίας):
    - Μάγκες, ωραία τα λέμε, αλλά περνάει ένα τσουνάμι. Το παίρνουμε;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Δηλώνει την προκαθορισμένη σειρά ενεργειών που πρέπει να ακολουθηθεί, ώστε να εξασφαλιστεί η επιτυχία σε μια ευρεία γκάμα θεμάτων (συνηθέστερα όμως στην προσέγγιση του αντίθετου φύλου).

Τονίζεται ιδιαίτερα ότι το πρωτόκολλο πρέπει να τηρείται απολύτως κατά γράμμα. Σε αντίθετη περίπτωση, αφενός το αποτέλεσμα δεν είναι εξασφαλισμένο, αφετέρου αυτός που υπέπεσε στο λάθος θα υποστεί κατσάδα από τον ιδρυτή του εκάστοτε πρωτοκόλλου.

  1. - Πώς πήγε το ραντεβού χτες ρε τύρο;
    - Φίλε, ακολούθησα το πρωτόκολλο και δεν έχασα. Την πήγα στο Ζεν για ποτάκι, εκεί τα είπα πολύ καλά, και αφού υγράνθηκε το μωρό, την πήγα για μούρεμα στα δεντράκια παραδίπλα.

  2. - Χτες πήγαμε Ακρωτήρι και πήραμε στην αρχή ένα Σίβας, μετά μια κανάτα, και τέλος μια Μοέ.
    - Πρωτόκολλο...
    - Ναι ναι, και μετά γνώρισα ένα γκομενάκι και πήρα facebook. Και σήμερα το πρωί την πέτυχα online, οπότε πήρα και msn. Και μετά από άλλα 10 λεπτά, είχα πάρει και κινητό.
    - Πρωτόκολλο...

  3. - Πήγα στο σπίτι της Μαρίας με ένα μπουκέτο λουλούδια μπας και ψηθεί, αλλά δεν συγκινήθηκε ιδιαίτερα.
    - Ρε μαλάκα, δεν τα κάνουν αυτά τα λάθη.
    - Χέσε μας ρε Τέο με τα πρωτόκολλά σου.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Χρησιμοποιείται για άτομα που ενδιαφέρονται αποκλειστικά για σεξουαλική επαφή. Κατά συνέπεια, δεν ενδιαφέρονται διόλου για το πρόσωπο του στόχου τους, και στρέφουν το λάγνο βλέμμα τους κατευθείαν στην περιοχή των γεννητικών οργάνων.

- Κοίτα ρε φίλε το πουρό απέναντι πώς με χαλβαδιάζει. Από την ώρα που μπήκα στο μαγαζί με κοιτάει στο ύψος του πούτσου.

- Πώς περάσατε χτες ρε;
- Άσε μαλάκα, το μαγαζί είχε μόνο ντεσπεράντο γκόμενες. Κοίταζαν αποκλειστικά στο ύψος του πούτσου.

- Προχτές ρε φίλε πήγα Γκάζι και έφριξα. Όλα τα στρακιαπού με κοίταζαν στο ύψος του πούτσου.
- Ε ρε παπάρα κι εσύ, αφού πήγες Γκέιζι, τι περίμενες;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία